Πηγαδάκια 14.08.2025, 8:47

14 Αυγούστου: Η παραίτηση που μαρτυρά το μεγαλύτερο επιχειρηματικό σκάνδαλο όλων των εποχών

Μόλις έξι μήνες μετά την ανάληψη της κορυφαίας θέσης, αφήνει το τιμόνι

O αέρας είναι βαρύς, σχεδόν ηλεκτρισμένος. Στις αίθουσες συνεδριάσεων, οι οθόνες δείχνουν γραφήματα μετοχών που βουτούν σταθερά.

Η τιμή είναι ήδη στο μισό από τότε που ανέλαβε. Και τότε, ο Τζεφ Σκίλινγκ, ο φιλόδοξος, ευφυής και σκληρός CEO που ήθελε να αλλάξει το παιχνίδι στην Enron, ανακοινώνει: παραιτούμαι. Το ημερολόγιο γράφει 14 Αυγούστου 2001.

Μόλις έξι μήνες μετά την ανάληψη της κορυφαίας θέσης, αφήνει το τιμόνι — και όλοι καταλαβαίνουν ότι κάτι πολύ σοβαρό συμβαίνει.

Κανείς δεν τολμά να μιλήσει. Οι traders κοιτάζουν τις οθόνες, οι διευθυντές κλείνονται στα γραφεία τους, οι φήμες κυκλοφορούν στους διαδρόμους. Έξω από το κτίριο, οι αναλυτές της Wall Street ετοιμάζουν τις πρώτες δηλώσεις τους.

Μέσα, ο Κεν Λέι, ο πανίσχυρος πρόεδρος και πολιτικά δικτυωμένος ιδρυτής, ετοιμάζεται να επιστρέψει στο τιμόνι. Ξέρει ότι το καράβι μπάζει νερά — αλλά δεν έχει ιδέα πόσο βαθιά είναι η τρύπα.

Το άστρο της Enron

Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, η Enron γεννιέται από τη συγχώνευση δύο εταιρειών φυσικού αερίου. Στα πρώτα της χρόνια είναι απλώς ένας μεγάλος διαχειριστής αγωγών.

Όμως η απορρύθμιση της αγοράς ενέργειας στις αρχές του ’90 αλλάζει τα πάντα. Ο Λέι φέρνει έναν εξωτερικό σύμβουλο, τον Σκίλινγκ, από τη McKinsey. Ο Σκίλινγκ βλέπει πέρα από τους σωλήνες: φαντάζεται την Enron ως έναν μεσίτη ενέργειας, που δεν μεταφέρει απλώς φυσικό αέριο, αλλά εμπορεύεται συμβόλαια, τιμές και ρίσκα.

Η ιδέα απογειώνεται. Με τη δημιουργία αγορών παραγώγων για ενέργεια, η Enron αρχίζει να κερδίζει τεράστια ποσά. Η κουλτούρα αλλάζει. Ταλέντα από τα καλύτερα πανεπιστήμια καταφθάνουν, η ένταση και ο ανταγωνισμός γίνονται κανόνας. Και οι προαγωγές κρίνονται από την ικανότητα να κλείνεις συμφωνίες, όχι να τις διατηρείς.

Πολύ σύντομα η Enron δεν θα περιορίζεται στην ενέργεια. Εμπορεύεται χαρτί, ατσάλι, ακόμα και… τον καιρό. Λανσάρει την Enron Online, μια πλατφόρμα που διαχειρίζεται συναλλαγές δισεκατομμυρίων την ημέρα. Οι μετοχές εκτοξεύονται. Το 2000, η τιμή φτάνει πάνω από τα 90 δολάρια.

Δημιουργική λογιστική

Αλλά πίσω από τα φώτα, κάτι σάπιο μεγαλώνει. Οι επενδύσεις σε νέες αγορές δεν αποδίδουν. Ο ανταγωνισμός πιέζει. Τα κέρδη συμπιέζονται. Οι επενδυτές θέλουν ανάπτυξη, και η διοίκηση τους τη δίνει — τουλάχιστον στα χαρτιά.

Με την τεχνική του mark-to-market accounting, η Enron καταγράφει μελλοντικά, υποθετικά κέρδη ως τωρινά.

Παράλληλα, τα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία μεταφέρονται σε περίπλοκες «ειδικές οντότητες σκοπού» (SPEs), εκτός ισολογισμού. Έτσι, το χρέος εξαφανίζεται από τα μάτια των επενδυτών. Ο CFO Άντριου Φάστοου, προστατευόμενος του Σκίλινγκ, στήνει ένα δίκτυο από τέτοιες δομές — LJM, Raptors, Chewco — που γίνονται το κρυφό καταφύγιο των ζημιών και το χρυσό εισιτήριο για προσωπικά κέρδη.

Το υπόμνημα

Καλοκαίρι 2001. Μια αντιπρόεδρος, η Σέρον Γουότκινς, γράφει ένα ανώνυμο υπόμνημα στον Λέι. Προειδοποιεί: οι δομές του Φάστοου είναι επικίνδυνες, ίσως και παράνομες. Μιλά για την πιθανότητα «λογιστικού σκανδάλου που θα τινάξει την εταιρεία στον αέρα». Ο Λέι διαβάζει, αλλά δεν αντιδρά.

Ο Σκίλινγκ, εν τω μεταξύ, δείχνει να λυγίζει. Πότε θριαμβευτικός και γεμάτος ενέργεια, πότε σκοτεινός και καταρρακωμένος, αρχίζει να πίνει πολύ, να αποσύρεται. Η πίεση για την τιμή της μετοχής είναι ασφυκτική.

Και έτσι, στις 14 Αυγούστου, ανακοινώνει την παραίτησή του. Επισήμως, για «προσωπικούς λόγους». Ανεπισήμως, η κίνηση μυρίζει εγκατάλειψη πριν από το ναυάγιο.

Η βόμβα σκάει

Δύο μήνες μετά, η Enron σοκάρει την αγορά: ζημιά 638 εκατ. δολαρίων για το τρίτο τρίμηνο και απομείωση 1,2 δισ. δολαρίων στην καθαρή αξία των μετόχων.

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) ανοίγει έρευνα για τις συναλλαγές με τις SPEs του Φάστοου. Στην Arthur Andersen, την περίφημη ελεγκτική της Enron, υπάλληλοι αρχίζουν να καταστρέφουν έγγραφα. Η μετοχή πέφτει κάτω από τα 12 δολάρια.

Η εταιρεία προσπαθεί να σωθεί. Υπογράφει συμφωνία εξαγοράς από τη Dynegy. Αλλά όταν οι αριθμοί μπαίνουν στο μικροσκόπιο, η Dynegy κάνει πίσω. Στις 28 Νοεμβρίου, η μετοχή είναι κάτω από το 1 δολάριο. Οι εργαζόμενοι βλέπουν τα συνταξιοδοτικά τους ταμεία — γεμάτα μετοχές Enron — να εξαϋλώνονται.

 Η χρεοκοπία

Στις 2 Δεκεμβρίου 2001, η Enron καταθέτει αίτηση πτώχευσης. Με 63,4 δισ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία, είναι η μεγαλύτερη χρεοκοπία στην ιστορία των ΗΠΑ — μέχρι να την ξεπεράσει η WorldCom έναν χρόνο αργότερα. Περισσότεροι από 20.000 εργαζόμενοι μένουν χωρίς δουλειά, χωρίς αποταμιεύσεις. Οι επενδυτές χάνουν δισεκατομμύρια.

Η Arthur Andersen κατηγορείται για παρεμπόδιση δικαιοσύνης και χάνει την άδεια λειτουργίας της. Το όνομα της Enron γίνεται συνώνυμο της απληστίας και της εταιρικής απάτης.

Η ώρα της δικαιοσύνης

Τα επόμενα χρόνια, η αίθουσα του δικαστηρίου γίνεται η νέα σκηνή του δράματος. Ο Λέι και ο Σκίλινγκ καταδικάζονται για απάτη και συνωμοσία το 2006. Ο Λέι πεθαίνει από καρδιακή προσβολή πριν εκδοθεί η ποινή του. Ο Σκίλινγκ, αρχικά με ποινή 24 ετών, εκτίει 12. Βγαίνει το 2019, απαγορευμένος δια βίου από κάθε διοικητική θέση σε εισηγμένη εταιρεία.

Η υπόθεση οδηγεί στο Νόμο Σαρμπάνες-Όξλεϊ, που αλλάζει τους κανόνες της εταιρικής διακυβέρνησης και αυστηροποιεί τις ποινές για λογιστικές απάτες.

Επιστροφή στην αρχή

Κι όμως, εκείνη η σκηνή του Αυγούστου 2001 παραμένει το σημείο μηδέν. Ο Σκίλινγκ σηκώνεται από την καρέκλα του CEO, έξι μήνες μετά την ανάληψη καθηκόντων, αφήνοντας πίσω του μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Οι φήμες λένε ότι ήξερε. Ο ίδιος το αρνείται.

Σήμερα, το όνομα Enron είναι μάθημα στα πανεπιστήμια, παράδειγμα προς αποφυγήν. Αλλά για όσους ήταν εκεί, το θυμούνται αλλιώς: μια μέρα Αυγούστου, στο Χιούστον, όταν το χαμόγελο του CEO έσβησε και η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε.

Πηγή: naftemporiki.gr


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα