Αρθρογραφία 07.09.2025, 10:44

Διεθνές περιβάλλον και νέες αναπτυξιακές προκλήσεις

Του Νίκου Καραμούζη – Προέδρου του SMERemediumCap & Grant Thornton Advisory – Βιώνουμε μια εποχή βαθιών γεωπολιτικών ανακατατάξεων και οικονομικών μετασχηματισμών, γεμάτη αβεβαιότητες και κινδύνους. Η σύγκρουση Ρωσίας – Ουκρανίας, η κρίση στη Μέση Ανατολή και η διαταρακτική πολιτική του Τραμπ αναδιατάσσουν δραματικά το διεθνές περιβάλλον, το διεθνές εμπόριο και τις διεθνείς σχέσεις.

Παράλληλα, η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη, στις οποίες κατευθύνεται σχεδόν το 60% των ελληνικών εξαγωγών, χαρακτηρίζονται από στασιμότητα, σοβαρή υποχώρηση του διεθνούς ρόλου τους, τεχνολογική υστέρηση, ενεργειακή εξάρτηση, υπερ-ρύθμιση, γραφειοκρατία, δημογραφική χειροτέρευση και άνοδο του εθνικισμού και λαϊκισμού.

Η Ελλάδα καλείται, μέσα σε αυτό το ασταθές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, να χαράξει τη δική της δυναμική πορεία με το βλέμμα στο μέλλον. Να διαχειριστεί με σχέδιο τις δύσκολες σχέσεις με την Τουρκία, τις χρόνιες οικονομικές παθογένειες και αδυναμίες της – κυρίως τη σημαντική υπο-επένδυση και χαμηλή αποταμίευση, την κρατική γραφειοκρατία και αναποτελεσματικότητα, τη μικρή αγορά, τις ανατρεπτικές επιπτώσεις της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης και ιδιαίτερα της τεχνητής νοημοσύνης, την κλιματική κρίση και το οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα. Ολα τα παραπάνω δημιουργούν άνευ προηγουμένου ανάγκες παραγωγικών επενδύσεων και σημαντικών μεταρρυθμίσεων.

Η χώρα εμφανίζει διαχρονικά χαμηλή παραγωγικότητα –μόλις 56% του ευρωπαϊκού μέσου όρου– περιορίζοντας την αύξηση μισθών και την ανταγωνιστικότητα. Το εξωτερικό ισοζύγιο παραμένει σημαντικά ελλειμματικό, ενώ το παραγωγικό μοντέλο εξακολουθεί να είναι αναχρονιστικό.

Παρά την ομολογουμένως σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών –ανάκτηση αξιοπιστίας, μείωση ανεργίας, αξιόλογη αύξηση του ΑΕΠ, δημοσιονομική σταθερότητα, ισχυρή ρευστότητα τραπεζών– η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στην Ευρωζώνη (~15% ΑΕΠ). Το επενδυτικό κενό παραμένει επίμονο και διαρθρωτικό, δεσμεύοντας τη δυνατότητα ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης. Δύο παράγοντες εντείνουν αυτή την υστέρηση: α) Η αναιμική εθνική αποταμίευση, κυρίως των νοικοκυριών, που δυσκολεύει την εγχώρια χρηματοδότηση επενδύσεων. β) Η έντονα αρνητική δημογραφική τάση, που συρρικνώνει μεσοπρόθεσμα την εγχώρια αγορά και αυξάνει το κόστος εργασίας.

Η Ελλάδα χρειάζεται μια άνευ προηγουμένου διαρκή επενδυτική ώθηση. Οι τρέχουσες μονοψήφιες αυξήσεις δεν επαρκούν. Η περιορισμένη αποταμίευση και η αδύναμη κεφαλαιαγορά εντείνουν το πρόβλημα, παρά την ιδιαίτερα θετική συμβολή της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων.

Κατά συνέπεια, η χρηματοδότηση της επενδυτικής άνοιξης θα πρέπει να προέλθει κυρίως από σημαντικές εισροές ξένων παραγωγικών κεφαλαίων. Μέχρι σήμερα, η πλειονότητα αυτών κατευθύνεται σε ακίνητα και εξαγορές υφιστάμενων επιχειρήσεων, με περιορισμένη παραγωγική προστιθέμενη αξία. Να σημειωθεί ότι ελάχιστες ελληνικές επιχειρήσεις αντλούν κεφάλαια από διεθνείς αγορές, ενώ ξένες τράπεζες αποφεύγουν να χρηματοδοτήσουν έργα και επενδύσεις στην Ελλάδα. Καθίσταται επομένως αναγκαία η εφαρμογή πιο επιθετικών πολιτικών προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων.

Το καταναλωτικό αναπτυξιακό πρότυπο των τελευταίων δεκαετιών δεν είναι βιώσιμο. Απαιτείται στροφή σε επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου, τεχνολογίας και υποδομών, με παράλληλη ενίσχυση εξαγωγών, εγχώριας αποταμίευσης και εισροών ξένων παραγωγικών κεφαλαίων. Xρειάζονται συνδυασμένες πολιτικές, ισχυρή διοίκηση, έμπειρα στελέχη με γνώση που θα διασφαλίσουν ομαλή μετάβαση από το καταναλωτικό αναπτυξιακό πρότυπο στο επενδυτικό/εξαγωγικό.

Πέρα από την κάλυψη της συσσωρευμένης επενδυτικής υστέρησης, αναδύονται νέες επενδυτικές ανάγκες λόγω ψηφιακού μετασχηματισμού, πράσινης μετάβασης και καθοριστικής ανάγκης ενίσχυσης της εξωστρέφειας. Το RRF παρέχει σημαντική χρηματοδότηση, ωστόσο απαιτούνται αποτελεσματική αξιοποίηση και συνέχεια. Παράλληλα, το δημογραφικό πρόβλημα συρρικνώνει σταδιακά την εσωτερική αγορά και αυξάνει το κόστος εργασίας, καθιστώντας ακόμη πιο επιτακτική την εξωστρεφή ανάπτυξη και τις επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει και ακόμη μία δομική πρόκληση: διαθέτει λίγες μεγάλες επιχειρήσεις ικανές να ανταγωνιστούν διεθνώς συγκριτικά με την Ευρωζώνη.

Η χώρα οφείλει να καταρτίσει ένα συνεκτικό, στρατηγικά στοχευμένο και διαχρονικά βιώσιμο επενδυτικό και αναπτυξιακό σχέδιο για την περίοδο 2026-31. Ενα σχέδιο που θα αξιοποιεί τα σημερινά επιτεύγματα και θα κινητοποιεί, μέσω στοχευμένων πολιτικών, εγχώριους και διεθνείς πόρους σε κρίσιμους παραγωγικούς τομείς. Η δημοσιονομική και πολιτική σταθερότητα, όπως και η εμπιστοσύνη των αγορών και των πολιτών αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις.

Οι νέες επενδυτικές πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να εστιαστούν επιγραμματικά σε 14 βασικούς πυλώνες δράσης:

1. Αγροτικός τομέας: Ριζική ανασυγκρότηση με σχέδιο, επενδύσεις και έμφαση στην υποκατάσταση εισαγωγών, στην εξωστρέφεια και στην καινοτομία (παράδειγμα: Ολλανδία).

2. Αμυντική βιομηχανία: Αναβίωση με ευρωπαϊκά κονδύλια και στρατηγικό σχεδιασμό.

3. Υποκατάσταση εισαγωγών: Στρατηγικές επενδύσεις σε κλάδους όπου έχουμε ή μπορούμε να αποκτήσουμε συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως π.χ. τρόφιμα, φάρμακα, αγροτικά προϊόντα, ενέργεια, υπηρεσίες.

4. Μεταποίηση και βιομηχανία: Επενδύσεις στην καινοτομία, στην ψηφιοποίηση, στον εξαγωγικό προσανατολισμό και στη δημιουργία ισχυρότερων επιχειρηματικών σχημάτων.

5. Δημόσιος τομέας: Ριζικός εκσυγχρονισμός με επιτάχυνση της ψηφιοποίησης, outsourcing, διοικητική και λειτουργική αναδιοργάνωση. Στόχος η απελευθέρωση πόρων και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας. Βασικοί πυλώνες αλλαγών: δικαιοσύνη, δημόσια διοίκηση, γραφειοκρατία, ΔΕΚΟ και δημόσιοι οργανισμοί, κοινωνικές υποδομές, υγεία, παιδεία, μεταφορές, ανταγωνισμός αγορών.

6. Εξαγωγική δυναμική: Κίνητρα και στήριξη επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους (π.χ. τρόφιμα, φάρμακα, ελαφριά βιομηχανία, τουρισμός, υγεία) και ενθάρρυνση δημιουργίας μεγαλύτερων εταιρικών σχημάτων με δυνατότητες διεθνούς ανταγωνισμού.

7. Αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας και γης: Δημιουργία νέων επενδυτικών ευκαιριών με σχέδιο, διαφάνεια, αποτελεσματικότητα. Λίγα ουσιαστικά πράγματα έχουν γίνει μέχρι σήμερα.

8. Φορολογικό σύστημα: Μεταρρυθμίσεις σε φορολογικούς συντελεστές, αποσβέσεις και κίνητρα με στόχο την ενίσχυση εγχώριας μακροχρόνιας αποταμίευσης, ιδιωτικών επενδύσεων και εξωστρέφειας.

9. Υποδομές: Δημόσιες – ιδιωτικές επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια, μεταφορές, logistics, λιμάνια, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες. Η Ελλάδα βρίσκεται στις παρυφές των μεγάλων αγορών και ισχυρές υποδομές προσφέρουν ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (σιδηροδρομικό δίκτυο).

10. Διαχείριση φυσικών πόρων και περιβάλλοντος: Ολοκληρωμένο σχέδιο και στρατηγικές επενδύσεις για υδάτινους πόρους, απορρίμματα, λύματα, αντιπλημμυρική και αντιπυρική προστασία.

11. Ανταγωνισμός: Ενίσχυση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για αντιμετώπιση ολιγοπωλίων.

12. Δημογραφικό: Ρηξικέλευθες πολιτικές, με γενναία φορολογικά κίνητρα για οικογένειες με παιδιά και με εισοδηματικά κριτήρια.

13. Επιχειρηματικός χάρτης: Κίνητρα ουσίας για συγκέντρωση επιχειρήσεων σε ισχυρότερα σχήματα με πρόσβαση σε κεφάλαια, τεχνολογία, εξαγωγές, σύγχρονη διακυβέρνηση και λύσεις διαδοχής.

14. Κατοικία: Επενδύσεις με συνέργειες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την αντιμετώπιση του ελλείμματος προσφοράς.

Η επόμενη δεκαετία πρέπει να καταστεί η δεκαετία των παραγωγικών επενδύσεων, της εξωστρεφούς ανάπτυξης και της ενίσχυσης της εθνικής αποταμίευσης και ανταγωνιστικότητας. Είναι στοίχημα εθνικό, συλλογικό και διαγενεακό.

Ο κ. Νίκος Καραμούζης είναι πρόεδρος του SMERemediumCap & Grant Thornton Advisory – Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής.


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα