Η ιστορία είναι ακόμη παρούσα στα Χανιά. Αλλά ένα μεγάλο κεφάλαιό της ξεχάστηκε
Αλλά ολοένα και περισσότεροι ανησυχούν ότι ο τουρισμός απορροφά όλη την ενέργεια του τόπου, αλλάζοντας το τοπίο και ωθώντας την πρωτογενή παραγωγή στο περιθώριο.
Κινδυνεύει το κόσμημα της Κρήτης από τη «μονοκαλλιέργεια» της τουριστικής βιομηχανίας;
Ωρα δέκα το πρωί, ένα «καλοκαιρινό» πρωινό του Απριλίου στα Χανιά. Οι τουρίστες είχαν αρχίσει να γεμίζουν τα καφέ και να σουλατσάρουν με τα πρόσωπα ήδη ροδαλά από τον ήλιο. Κατηφορίζαμε βιαστικοί με τον φωτογράφο Νίκο Κοκκαλιά τα δαιδαλώδη στενά της Παλιάς Πόλης, όταν περάσαμε έξω από τον σύλλογο ερασιτεχνών αλιέων στην μπούκα του λιμανιού. Μια παρέα ψαράδων τσιμπολογούσε μεζέδες.
Ενας μου τράβηξε την προσοχή. Εβγαζε τα κοτσάνια από κάτι αμπελόφυλλα, σίγουρα μερακλής που θα ‘ξερε από μαγειρέματα. Κοντοστάθηκα, με κοίταξε: «Καθίστε να σας βάλουμε ένα υαλουρονικό. Ετσι λέμε εμείς την τσικουδιά». Συστηθήκαμε: «Καπτά Γιώργης Ξυδιάς». Σηκώθηκε να φέρει ένα παγωμένο μπουκάλι, έσπρωξε δυο ποτηράκια προς το μέρος μας. «Διώχνει τις ρυτίδες, φτιάχνει το πρόσωπο. Δεν είναι ποτό, είναι καλλυντικό», επέμενε. «Μα, καπτά Γιώργη, εσύ έχεις πολλές ρυτίδες», αντέτεινα. «Eίναι που δεν έχω πιει αρκετά ακόμη!» είπε και η συζήτηση ξεκίνησε με άνεμο πρίμα. Μας πήρε από την Κρήτη όπου μόλις είχαμε προσγειωθεί, για να πάμε έως τα Αλάτσατα και τα Βουρλά, απ’ όπου ήρθαν το ’22 οι γονείς του. «Σ’ αυτό το νησί η ιστορία είναι πανταχού παρούσα. Σε παραμονεύει για να σε πάει αλλού από εκεί που περίμενες», πρόσθεσε αντί εισαγωγής.
«Εδώ γεννήθηκα το ’47, αλλά ο απόηχος της Μικρασίας με έθρεψε. Τραγούδια, ιστορίες, χοροί. Πήγαινα στο σχολείο και με βάζανε στο τελευταίο θρανίο γιατί ήμουν πρόσφυγας. “Τουρκόσπορο” με φώναζαν. Τον πατέρα μου τον έχασα παιδί, η μάνα μου τυφλώθηκε από το ζάχαρο. Δουλεύω από πιτσιρίκι. Τελείωσα το βραδινό και έγινα ηλεκτρολόγος. Κοίταξε τα δάχτυλά μου πόσο στραβά είναι. Και οι παλάμες μου σα σμυριδόπανα. Εχω σ’ αυτήν την ηλικία χέρια άξια να αγαπηθούν. Ευτυχώς η γυναίκα μου με αγαπάει. Εγώ την αγάπησα διότι η κυρα-Βέφα είναι ειδική στα ντολμαδάκια, οπότε, να, την προμηθεύω με αμπελόφυλλα. Είμαστε άλλη ράτσα με τους Κρητικούς, άλλα μυαλά, άλλο πράμα σε όλα. Τα σπίτια μας δεν μοιάζανε με τα δικά τους. Τους ψαρομεζέδες λ.χ., που τρώνε όλοι σήμερα, τους φέραμε εμείς οι Μικρασιάτες και στα Χανιά και παντού. Κοτζάμου νησί και δεν ξέρανε, παιδί μου, τη νοστιμιά της θάλασσας. Το 1980 ζήσαμε το νησί να πλουτίζει. Αλλά να πλουτίζει παράξενα, αλλόκοτα, γρήγορα. Και τα αποτελέσματα αυτού του πλούτου, του ξαφνικού, τα βλέπεις παντού σήμερα. Ολα γίνονται ένα χάος εδώ στο λιμάνι. Και ‘γω παίρνω το βαρκάκι μου και βγαίνω στο πέλαγος. Μόνον εκεί γαληνεύω πια», μας είπε. Και μας έταξε απογευματινή βόλτα με τον «Στυλιανό» για να μας δείξει από θαλάσσης το σπίτι της Μαντάμ Ορτάνς που γυρίστηκε ο «Ζορμπάς» και είχε σαν παιδί κάνει τον κομπάρσο.
Ο ξενοδόχος
Με μια γερή δόση «υαλουρονικού» να κυλά στις φλέβες σπεύσαμε στο επόμενο ραντεβού, με τον Γιάννη Πλατσιδάκη, ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου Porto Veneziano με θέα όλο το ανατολικό λιμάνι. Και εκεί διαπιστώσαμε πως ήταν σωστή η ρήση του καπτά Γιώργη πως δεν γλιτώνεις από το παρελθόν στα Χανιά. Αναπάντεχα στην κουβέντα μας με τον ξενοδόχο βρεθήκαμε από τη Μικρασιατική Καταστροφή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Ο πατέρας μου, προτού στραφεί στον τουρισμό, ήταν από τους καλύτερους ράφτες των Χανίων και είχε δική του βιοτεχνία. Το επάγγελμα του γλίτωσε τη ζωή. Ως παλικάρι συνελήφθη για την αντιστασιακή του δράση τον Φεβρουάριο του 1944 από τους Γερμανούς. Φυλακίστηκε στην Ελλάδα και ύστερα στο Μαουτχάουζεν. Μια μέρα ο Γερμανός αξιωματικός που ήταν υπεύθυνος για τη δική του πτέρυγα είχε μια τρύπα στο ρούχο του. Ο πατέρας μου το είδε και τον παρακάλεσε να το φτιάξει. Τα κατάφερε ενώ δεν είχε σύνεργα μαζί του. Αυτό του χάρισε μια θέση στο ραφείο του στρατοπέδου, μακριά από τα καταναγκαστικά έργα που έστειλαν πολλούς στον θάνατο. Γύρισε στα Χανιά με την απελευθέρωση.
Ο Γιάννης Πλατσιδάκης είναι ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου Porto Veneziano. Ο πατέρας του φυλακίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για την αντιστασιακή του δράση και είδε τους Γερμανούς να επιστρέφουν ως πελάτες. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
»Πάντως ήταν σοφή η απόφαση να γίνει ξενοδόχος. Ο τουρισμός ήταν οπωσδήποτε ο πιο σημαντικός μοχλός ανάπτυξης για την Κρήτη. Ομως κινδυνεύει πια να χαθεί το μέτρο, διότι αυτοί που ηγούνται και σχεδιάζουν το μέλλον δεν έχουν κάτσει να σκεφτούν πώς θέλουμε να είναι ο τόπος μας σε 30-40 χρόνια. Θέλουμε να αντιγράφουμε τη Μύκονο; Τα ρεκόρ αφίξεων τα σηκώνουμε; Οι Χανιώτες θα μπορούν να χαίρονται την πόλη τους ή θα είναι μόνο για τους τουρίστες;».
Φωνές διαμαρτυρίας
Με μια ματιά αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο κ. Πλατσιδάκης έχει δίκιο. Απρίλης μήνας και όλα είναι γεμάτα. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο η κατάσταση θα είναι αβίωτη. Σταθερά τα τελευταία χρόνια ακούγονται φωνές διαμαρτυρίας. Κάναμε μια μεγάλη διαδρομή μέσα στο άστυ με τη δικηγόρο Ελευθερία Φρογουδάκη, που μας μίλησε για το πώς οι Χανιώτες παραδίδουν τα «κλειδιά» της ίδιας τους της πόλης: «Από τον Απρίλιο μέχρι και τον Οκτώβριο αισθάνεσαι ότι η θαλάσσια ζώνη δεν σου ανήκει πια, έχει εκχωρηθεί στους επισκέπτες και η καθημερινότητα οργανώνεται γύρω από αυτούς. Οι κάτοικοι είναι σαν να μην υπάρχουν. Αν αναρωτηθείτε γιατί δεν αντιδρά ο κόσμος, θα σας πω ότι ο τουρισμός και η παρουσία των ξένων –σε βραχυπρόθεσμο ή πιο μακροπρόθεσμο επίπεδο– έχει διαπεράσει όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Εγώ λ.χ. κάνω μάχιμη δικηγορία. Θα καταβάλω πολύ μεγάλο κόπο και θα βγάλω πολύ λιγότερα χρήματα για μια συνηθισμένη υπόθεση στο δικαστήριο από το να ασχοληθώ με μια αγοραπωλησία γης ή σπιτιού σε ξένους ή με μια επένδυση. Υπάρχει λοιπόν μια ροπή που μας σπρώχνει όλους προς μια κατεύθυνση, στις υπηρεσίες που αναπτύσσονται περί τον τουρισμό. Ετσι, μια ολόκληρη πόλη, ένα ολόκληρο νησί, ίσως και μια ολόκληρη χώρα οδηγείται σταδιακά προς τη μονοκαλλιέργεια».
Ο πρόεδρος του Ορειβατικού Συλλόγου Χανίων, Σταύρος Μπαδογιάννης, που έχει περπατήσει από τις Ανδεις έως το Κιλιμάντζαρο, πιστεύει στην ομορφιά των Λευκών Ορέων. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Η Ελευθερία Φρογουδάκη με τον σκυλάκο της, τον Ζιζού, μας έκανε «ξενάγηση» στη νέα και στην παλιά πόλη των Χανίων, που ήδη είχε γεμίσει από τουρίστες. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Η επικεφαλής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων, Θεσσαλονικιά Ελένη Παπαδοπούλου έχει κλείσει 25 χρόνια στην πόλη και έχει δει πολλά να βελτιώνονται, ιδιαίτερα στην προστασία των μνημείων και στην καθαριότητα. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Βιβλιοφάγος, ιστοριοδίφης, συγγραφέας και μαιευτήρας. Ο Ηλίας Γαβριλάκης είναι η ζωντανή ιστορική «συνείδηση» της πόλης που θυμάται πως τα Χανιά έζησαν και τη φτώχεια και τον πλούτο. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Η στέγαση
«Είναι αλήθεια πως η κατοικία είναι τεράστιο πρόβλημα για τη δική μου γενιά. Ακόμη και αν βρεις σπίτι της προκοπής, τον Απρίλιο σε διώχνουν», λέει ο τριαντάρης Μάνος Κατσιαδάκης. Εχει σπουδάσει μηχανολόγος, εργάζεται στην οικογενειακή αγροτική επιχείρηση με ελιές και τα απογεύματα διδάσκει breakdance. Η γυναίκα του είναι tiktoker ζαχαροπλάστρια και διδάσκει hip hop: «Στον γάμο μας εκείνη με τις μαθήτριές της έκαναν πρώτα τη δική τους “είσοδο” με hip hop. Μετά εγώ με τους μαθητές μου breakdance και ύστερα το ρίξαμε στα παραδοσιακά.
«To 2016 πήγα σε ένα διαγωνισμό στη Σλοβακία, που είναι από τους καλύτερους στον κόσμο. Εκεί ένας ξένος με ρώτησε γιατί ενώ είναι τόσο ωραία η Κρήτη δεν έχουμε και εμείς μια διοργάνωση. Τότε μαζί με τη γυναίκα μου μας ήρθε η ιδέα του Southbreak και η πρώτη μας προσπάθεια έγινε με δικούς μας πόρους το 2017. Συνεχίζουμε μέχρι σήμερα και με τη βοήθεια των τοπικών αρχών. Φέτος θέλουμε να το κάνουμε τριήμερο με σεμινάρια και άλλες δράσεις, όπως καλλιτεχνικό γκράφιτι και ραπ», λέει ο 30χρονος.
«Γιατί να τυραννιέσαι στα χωράφια όταν βγάζεις από τα δωμάτια;»
Η τουριστική μετάλλαξη και οι νέες γενιές που γυρίζουν την πλάτη στη γη
Κάναμε μια στάση για φαγητό στη ∆έσποινα Πολάκη, ιδιοκτήτρια και μαγείρισσα του Κουζίνα ΕΠΕ, ενός από τα καλύτερα μαγέρικα των Χανίων με πελάτες ντόπιους και ξένους. Μας κέρασε ένα νοστιμότατο χανιώτικο μπουρέκι. «Εχω μαγαζιά κατσαρολάδικα εδώ και 40 χρόνια. Εμαθα να μαγειρεύω από τη μάνα μου, τη Γεωργία Κτιστάκη, βέρα Χανιώτισσα. Και εκείνη από τη δική της. Οι Κρητικές μανάδες που ‘ναι σήμερα από 50 χρόνων και πάνω φροντίζουνε και για τα σπίτια τους και για τους συγγενείς. Οι πιο νέες δεν πολυπρολαβαίνουνε. Κάθε γενιά μαγειρεύει και λίγο χειρότερα από την προηγούμενη. Διότι το φαΐ θέλει τον χρόνο του, δηλαδή χαμηλή φωτιά. Οι ξένοι δεν πιστεύουν ούτε την ποιότητα ούτε τις τιμές που έχουμε εδώ. Τρώμε αφάνταστα καλύτερα στην Κρήτη».
Η κυρα-Δέσποινα Πολάκη (δεύτερη από αριστερά) είναι μια από τις καλύτερες μαγείρισσες των Χανίων, ιδιοκτήτρια του εστιατορίου Κουζίνα ΕΠΕ, που προτιμούν τόσο οι ντόπιοι όσο και οι ξένοι για τις παραδοσιακές της γεύσεις. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Ο κ. Κινδελής μάς ξεπροβόδισε με ένα πακετάκι φράουλες, τόσο αρωματικές που μου έφεραν στον νου παιδικές γεύσεις. Μέχρι να φθάσουμε στην εξοχή όπου είχαμε ραντεβού με τον Σταύρο Μπαδογιάννη, πρόεδρο του Ορειβατικού Συλλόγου Χανίων, ιδρυθέντος το 1930, τις είχαμε εξαφανίσει.
Ο γεωπόνος Μανώλης Κινδελής αποκατέστησε με μεράκι μια παλιά βενετσιάνικη έπαυλη και καλλιεργεί στο κτήμα της βιολογικά φρούτα και λαχανικά μοναδικής ποιότητας. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ] kathimerini.gr
Διαβάστε επίσης
Αναγκαστική προσγείωση αεροσκάφους… με την «κοιλιά» – Δείτε το βίντεο
Ηράκλειο: Από ανακοπή σε ανακοπή έτρεχε το ΕΚΑΒ – Έφυγαν δύο άνδρες σε λίγες ώρες
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα