Του Παντελή Καψή – Όταν παρακολουθώ ομιλία του Τσίπρα μου δίνει την εντύπωση ότι κάποιος του έχει παραδώσει ένα εγχειρίδιο με λέξεις κλειδιά τις οποίες πετά μέσα στο λόγο του θέλοντας εμφανώς να απευθυνθεί σε συγκεκριμένα ακροατήρια.
Πράγμα το οποίο δεν θα ήταν απαραιτήτως κακό αν μπορούσε να τις υποστηρίξει με αντίστοιχες πολιτικές προτάσεις.
Δημοκρατικός καπιταλισμός, αναπτυξιακό σοκ, νέος πατριωτισμός είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Και βέβαια οι αναφορές σε Τρικούπη και Βενιζέλο, δύο εμβληματικές φυσιογνωμίες για κάθε εκσυγχρονιστή. Πόσο μακριά αλήθεια είναι εκείνο το 2019 όταν ο πρώην πρόεδρος του Σύριζα είχε χαρακτηρίσει τον Άρη Βελουχιώτη «ανατριχιαστικά επίκαιρο».
Η επικοινωνία φυσικά δεν έχει τίποτα το κακό. Είναι βασικό και αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής. Ο κ. Τσίπρας ωστόσο έχει ένα μεγάλο πρόβλημα. Δεν είναι σαφές σε ποιους μπορεί και πρέπει να απευθυνθεί. Για την ακρίβεια οφείλει να απευθυνθεί σε δύο κοινά τα οποία κινούνται σε διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις.
Το πρώτο και βασικό είναι αυτό που ψήφισε Σύριζα το 2023. Είναι το παραδοσιακό αριστερό κοινό το οποίο σήμερα έχει εξαερωθεί ενώ ένα σημαντικό μέρος του έχει πάρει η Κωνσταντοπούλου. Ο Τσίπρας το έχει ανάγκη ιδίως τον πρώτο καιρό καθώς αποτελεί τον πυρήνα της επιρροής και της απήχησης του. Αν δεν μπορέσει να το συσπειρώσει και μάλιστα από την πρώτη στιγμή, το εγχείρημα του νέου κόμματος θα βρεθεί στον αέρα.
Είναι πολύ ενδεικτική δημοσκόπηση στις αρχές του καλοκαιριού όπου Τσίπρας και Κωνσταντοπούλου ήταν στήθος με στήθος στο ερώτημα ποιος μπορεί να ενώσει την κεντροαριστερά. Η Ζωή λοιπόν είναι το πρώτο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσει. Αυτό εξηγεί το γιατί η πρόεδρος της Πλεύσης επιτίθεται με τόσο πάθος αλλά και με ανοίκειο τρόπο στον πρώην σύντροφο της.
Αυτό το παραδοσιακό κοινό έλκεται από το στιλ της τοξικής αντιπολίτευσης στο οποίο επιδίδεται η αριστερά τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι ωστόσο το κοινό το οποίο θα τον οδηγήσει σε αδιέξοδο. Αν θέλει όπως φαίνεται να ενώσει πράγματι την κεντροαριστερά και πολύ περισσότερο να συγκροτήσει έναν συνασπισμό εξουσίας, οφείλει να απευθυνθεί και στους μετριοπαθείς . Όσους είναι απογοητευμένοι από τον Μητσοτάκη αλλά και όσους δεν ικανοποιεί η ηγεσία Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ. Αυτοί όμως απωθούνται από τον τοξικό λόγο και την κατεδαφιστική αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα είναι η επιστράτευση λέξεων εννοιών και ιστορικών προσωπικοτήτων τα οποία ελπίζει ότι θα απαλύνουν την εικόνα του.
Λέξεις και έννοιες ωστόσο χωρίς πολιτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νέος πατριωτισμός και το Εθνικό Ταμείο Σύγκλισης το οποίο όπως είπε θα δημιουργηθεί για να χρηματοδοτήσει με εθνικά κεφάλαια το αναπτυξιακό σοκ. Κατ αρχήν αν πρόκειται να έχει πραγματικό αντίκρισμα μιλάμε για μια έκτακτη φορολογία η οποία θα πρέπει να αγγίξει το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού. Οι «πολύ πλούσιοι» ούτε αρκούν ούτε θα παραμείνουν για να πληρώσουν. Για να το πούμε με οικονομικούς όρους, αν θέλουμε να χρηματοδοτήσουμε τις επενδύσεις με εθνικούς πόρους θα πρέπει να πιεστεί δραστικά η κατανάλωση.
Η πιο ουσιαστική αντίρρηση ωστόσο αφορά την αντίληψη που έχει για το πώς θα έρθει η ανάπτυξη. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αν θυμάμαι καλά είχε παρατηρήσει πως ποτέ δεν ήταν η έλλειψη χρημάτων που είχε εμποδίσει μια καλή επένδυση. Το πρόβλημα πάντα ήταν οι σωστές επιλογές και το πλαίσιο λειτουργίας που κάνουν τη μία επένδυση κερδοφόρα και την άλλη θνησιγενή. Το ζητούμενο με άλλα λόγια είναι οι μεταρρυθμίσεις. Στις οποίες περιλαμβάνεται ασφαλώς και η φορολογική μεταρρύθμιση. Από μόνη της ωστόσο δεν λέει τίποτα, αντιθέτως μπορεί να λειτουργήσει και αρνητικά αν για παράδειγμα διώξει επενδυτές. Όπως όμως πάντα συμβαίνει στις ομιλίες του ο Τσίπρας δεν είπε το παραμικρό για μεταρρυθμίσεις. Ξέρει ότι αποτελούν ανάθεμα για το δικό του κοινό. Προτίμησε τις ανώδυνος κενές περιεχομένου λέξεις. Με αυτή την έννοια όμως παραμένει δέσμιος του παρελθόντος του.
Ένας πρόσθετος λόγος είναι και τα πρόσωπα. Μέχρι σήμερα έχει αποφύγει και σωστά να συνδέσει το rebranding του με μια ομάδα στελεχών. Ξέρει ότι κάτι τέτοιο θα παρέπεμπε αμέσως στον απαξιωμένο και πολλαπλά ηττημένο κυβερνητικό Σύριζα. Αν όμως πρόκειται να δημιουργήσει νέο κόμμα θα πρέπει να έχει δίπλα του και την ομάδα στελεχών τα οποία θα το στηρίξουν.
Καλός είναι ο Σπίρτζης και η Γεροβασίλη, αν περιμένει με αυτούς όμως να ανοιχτεί σε νέα κοινά έχει αποτύχει από χέρι. Μπορεί φυσικά να μας εκπλήξει. Να έχει κρυφούς άσσους στο μανίκι. Ως σήμερα ωστόσο όλος ο χώρος της αντιπολίτευσης, όχι μόνο η αριστερά, βράζει στο ζουμί του. Με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν έχει καταφέρει να αναδείξει νέα αξιόλογα πρόσωπα. Σε μεγάλο βαθμό με δική του ευθύνη. Ποιος σοβαρός άνθρωπος θα ήθελε να μπλεχτεί σε αυτόν τον βούρκο της αναξιοπιστίας και της τοξικότητας; Τελικά ίσως αποδειχθεί ότι είναι πολύ πιο δύσκολο να ξεφύγει κανείς από το παρελθόν του.
Πηγή: protothema.gr
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα