Υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης και την κατάσταση απασχόλησης
Ένας στους πέντε νέους Έλληνες (19,5%) πιστεύει ότι έχει ανώτερες δεξιότητες από αυτό που απαιτεί η εργασία του, ενώ μόλις το 3,1% θεωρεί ότι έχει κατώτερες δεξιότητες.
Αυτό προκύπτει από σχετική δημοσκόπηση της ΕΛΣΤΑΤ σε άτομα ηλικίας μεταξύ 15 και 34 ετών.
Σύμφωνα με την έρευνα, όσον αφορά στα άτομα που θεωρούν ότι έχουν δεξιότητες ανώτερες από αυτές που απαιτεί η θέση εργασίας τους, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης και την κατάσταση απασχόλησης, αναφέρει το moneyriview.gr.
Το 22,7% των ατόμων ανώτερης εκπαίδευσης θεωρεί ότι έχει (ή είχε) ανώτερες δεξιότητες και στην περίπτωση των ανέργων με ανώτερη εκπαίδευση, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 41,5%.
Αντίθετα, από τα άτομα κατώτερης εκπαίδευσης, μόνο το 6,5% θεωρεί ότι οι δεξιότητές του ξεπερνούν τις απαιτήσεις της εργασίας τους.
Ποσοστό ατόμων με δεξιότητες ανώτερες από αυτές που απαιτεί η θέση εργασίας τους, κατά επίπεδο εκπαίδευσης και κατάσταση απασχόλησης
Πάντως, η πλειονότητα των ερευνηθέντων (70,9%) θεωρεί πως οι δεξιότητές τους καλύπτουν τις απαιτήσεις τις τρέχουσας ή της τελευταίας εργασίας τους. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο για τους άντρες (73%) και τα άτομα ηλικίας 25 – 29 ετών (72,1%), ενώ είναι σημαντικά μικρότερο για τα άτομα 15-29 ετών (57%).
Αναντιστοιχία εκπαίδευσης
Σύμφωνα πάντοτε με την ΕΛΣΤΑΤ, το μεγαλύτερο ποσοστό (69,2%) των ατόμων ηλικίας 15-34 ετών θεωρεί ότι το επίπεδο της εκπαίδευσής του καλύπτει τις απαιτήσεις της εργασίας του.
Το ποσοστό αυτό διαφοροποιείται σημαντικά, ανάλογα με την κατάσταση απασχόλησης: είναι μεγαλύτερο για τους εργαζόμενους (72,2%) και μικρότερο για τους ανέργους (52,3%) και τα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού (61%). Tο μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων με εργασία κατώτερη του επιπέδου σπουδών τους (32,5%) παρατηρείται στους ανέργους.
Ποσοστό ατόμων με εκπαιδευτικό επίπεδο ανώτερο των εργασιακών απαιτήσεων, κατά επάγγελμα και κατάσταση απασχόλησης.
Ανάλογες διαφορές εντοπίζονται μεταξύ αντρών και γυναικών: το 24% των γυναικών εργάζεται (ή εργάστηκε) σε εργασία με απαιτήσεις κατώτερες του εκπαιδευτικού τους επιπέδου ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους άντρες είναι 20,3%.
Αναντιστοιχία σπουδών
Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το αντικείμενο των σπουδών τους συμφωνεί σε πολύ μεγάλο ή σε μεγάλο βαθμό με τις απαιτήσεις της εργασίας τους (65,7%). Το ποσοστό αυτό διαφοροποιείται ανάλογα με το αντικείμενο σπουδών, με τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει σπουδές με αντικείμενο Γεωργία και Κτηνιατρική να δηλώνουν το μικρότερο ποσοστό (52,2%) και τα άτομα με αντικείμενο Οικονομικά, Διοίκηση και Νομικά το μεγαλύτερο (74,4%).
Το ποσοστό των ατόμων που θεωρούν πως το αντικείμενο των σπουδών τους καλύπτει τις απαιτήσεις της εργασίας του σε κάποιο μόνο βαθμό (ή λιγότερο) ανέρχεται σε 21,4%.
Είναι μεγαλύτερο για τα άτομα που έχουν ως αντικείμενο σπουδών Γεωργία και Κτηνιατρική (45,7%) και χαμηλότερο για τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει Γενικά προγράμματα (13,3%).
Χαμηλό είναι εν γένει και το ποσοστό των ατόμων που η εργασία τους δεν απαιτεί κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο σπουδών (4,8%).
Ποσοστό ατόμων με αναντιστοιχία μεταξύ του αντικειμένου των σπουδών τους και των απαιτήσεων της εργασίας τους, κατά επάγγελμα
Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι εργάζονται σε θέσεις εργασίας με απαιτήσεις που δεν καλύπτονται (καθόλου ή σε μικρό μόνο βαθμό) από το αντικείμενο των σπουδών τους διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με το επάγγελμα του ερευνώμενου. Είναι υψηλότερο για τους Ειδικευμένους γεωργούς (22,1%) και ιδιαίτερα χαμηλό για τους Επαγγελματίες (3,5%) και τους Τεχνικούς και συναφή επαγγέλματα (5,6%).
Σημειώνεται ότι το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι εγκατέλειψαν κάποιο πρόγραμμα σπουδών χωρίς να το ολοκληρώσουν είναι ιδιαίτερα μικρό (2,2%). Είναι μεγαλύτερο για τους άντρες (2,8%), τα άτομα ηλικίας 30-34 ετών (3,7%) και για τους ανέργους (3,8%).
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα