Οικονομία 01.06.2024, 9:06

Eurobank: Το παρόν και το μέλλον της αποταμίευσης στην Ελλάδα

Η Eurobank υπογραμμίζει την ανάγκη προώθησης δημοσίου διαλόγου για την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης

Σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Τράπεζα παρουσιάστηκε μελέτη με θέμα Η ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ή γιατί δεν αποταμιεύουμε), που εκπονήθηκε από τους καθηγητές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και την οποία χρηματοδότησε η Eurobank.

Κηρύσσοντας την έναρξη της εκδήλωσης, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, ανέφερε: «Έχω επανειλημμένα υποστηρίξει ότι απόλυτη προτεραιότητα για την οικονομία μας στην παρούσα φάση είναι οι επενδύσεις. Προϋπόθεση, όμως, για να διατηρηθεί μια επενδυτική δυναμική είναι να αξιοποιηθούν όλες οι πηγές χρηματοδότησής της. Η συγκυρία είναι θετική για την εισροή ξένων κεφαλαίων στη χώρα. Ταυτόχρονα, όμως, χρειάζεται να αυξηθεί το επίπεδο της αποταμίευσης, ώστε οι επενδύσεις να χρηματοδοτούνται και από εγχώριους πόρους, που προσφέρουν αφενός ανθεκτικότητα απέναντι σε πιθανές εξωγενείς διαταραχές και αφετέρου επανεπένδυση των αποδόσεων στην Ελλάδα και διατήρηση ενός ενάρετου επενδυτικού κύκλου. Από αυτή την οπτική, η ενίσχυση της κουλτούρας αποταμίευσης, στην οποία η Eurobank συμβάλλει και ως διάδοχος του ιστορικού Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, είναι κρίσιμη για την μακροπρόθεσμη μετάβαση της χώρας σε ένα υγιές, ανθεκτικό και βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο.».

Χαιρετισμούς απηύθυναν ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Κωστής Χατζηδάκης και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, κ. Γιάννης Στουρνάρας, παρουσία της Διοίκησης της Τράπεζας, εκπροσώπων της ακαδημαϊκής κοινότητας και φορέων.

Στο χαιρετισμό του ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. ΚωστήςΧατζηδάκης, μεταξύ άλλων δήλωσε: «Το φαινόμενο της χαμηλής αποταμίευσης στην Ελλάδα δεν είναι σημερινό. Ακόμα και πριν την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας αποταμιεύαμε λιγότερο από τις άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες – αλλά και σε σχέση με χώρες που έχουν χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο. Χρειάζεται λοιπόν μια συνολική στρατηγική ενίσχυσης της αποταμίευσης των νοικοκυριών: Με διασφάλιση ενός εύρωστου και ανταγωνιστικού τραπεζικού συστήματος και αποτελεσματική λειτουργία της κεφαλαιαγοράς. Με ανάπτυξη κεφαλοποιητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων υψηλών αποδόσεων. Με παροχή φορολογικών και άλλων κινήτρων προς τους αποταμιευτές – υπενθυμίζω την κατάργηση του φόρου στα έντοκα γραμμάτια. Με ενδυνάμωση της οικονομικής εκπαίδευσης των πολιτών. Ενώ βέβαια και το κράτος οφείλει να δίνει το καλό παράδειγμα δαπανώντας αυτά που έχει και όχι αυτά που δεν έχει.».

Ο υπουργός ανέφερε στην εκδήλωση της Eurobank πως η στρατηγική για την αποταμίευση κινείται σε 3 άξονες, που είναι:

1. Η αύξηση του πλούτου με αναπτυξιακές πολιτικές. «Έχουμε κάνει σημαντικά βήματα. Είμαστε πρωταθλητές στους ρυθμούς ανάπτυξης στην ευρωζώνη, η ανεργία έχει μειωθεί εντυπωσιακά, τόσο ο κατώτατος όσο και ο μέσος μισθός έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια πάνω από τον πληθωρισμό. Δεν επαναπαυόμαστε, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε προκειμένου να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος και να πετύχουμε πραγματική σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο», ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης.

2. Η δημιουργία πλαισίου που θα ενθαρρύνει την αύξηση της ιδιωτικής αποταμίευσης. Αναφερόμενος στις δράσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί ο υπουργός υπογράμμισε την εμβληματική μεταρρύθμιση του ΤΕΚΑ με τους ατομικούς κουμπαράδες. «Το ΤΕΚΑ το οποίο φέτος έκλεισε 2 χρόνια ζωής αποτελεί όχημα συνταξιοδοτικής αποταμίευσης για τη νέα γενιά. Μέχρι σήμερα έχουν ασφαλιστεί 370.000 νέοι και νέες ενώ το συσσωρευμένο κεφάλαιο ανέρχεται σε 145 εκ ευρώ. Σύντομα όμως θα βρεθεί να διαχειρίζεται δισεκατομμύρια. Αποτελώντας έναν επενδυτικό αιμοδότη για την ελληνική οικονομία. Και εγγυώμενο ταυτόχρονα τις καλύτερες δυνατές αποδόσεις στους ασφαλισμένους με βάση το ρίσκο το οποίο θέλουν να αναλάβουν», τόνισε.

Σημείωσε επίσης τις πρωτοβουλίες που υλοποιήθηκαν για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος: «Δεν μπορείς καν να μιλάς για αποταμίευση χωρίς ένα εύρωστο τραπεζικό σύστημα που να το εμπιστεύονται οι πολίτες και οι επιχειρήσεις. Είναι νωπές οι μνήμες που οι πολίτες σήκωναν τα λεφτά τους από τις τράπεζες και τα έκρυβαν κάτω από τα στρώματα. Που το μέλλον όχι μόνο των καταθέσεων αλλά και των ίδιων των τραπεζών ήταν αμφίβολο. Συνεχίζουμε την προσπάθεια ώστε οι Έλληνες καταθέτες να έχουν πολλές, ασφαλείς και αποδοτικές επιλογές τοποθέτησης των χρημάτων τους. Θα φέρουμε στο επόμενο διάστημα ρυθμίσεις που θα θωρακίσουν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και θα καταστήσουν πιο ελκυστικό το Χρηματιστήριο. Προσφέροντας έτσι σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις ακόμα περισσότερες επιλογές για την αξιοποίηση των αποταμιεύσεων τους».

3. Διατήρηση της βελτίωσης στη δημόσια αποταμίευση. Ο κ. Χατζηδάκης επεσήμανε τη μείωση ρεκόρ του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ, την επαναφορά των πρωτογενών πλεονασμάτων ένα χρόνο νωρίτερα από το προβλεπόμενο και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Τοποθετούμενος εξάλλου για τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στη σχετική μελέτη της τράπεζας ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε τα εξής:

  • Για τα φορολογικά κίνητρα: έχουν ληφθεί μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση όπως η μείωση του φόρου στα μερίσματα σε 5%, η θέσπιση ειδικού φορολογικού συντελεστή 15% για τα stock options, η κατάργηση της φορολογίας στην απόκτηση έντοκων γραμματίων του Δημοσίου. «Η χρήση αυτών των κινήτρων θα πρέπει να είναι λελογισμένη, αφενός λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών, αφετέρου γιατί συχνά αυτά τα κίνητρα δεν οδηγούν σε αύξηση της συνολικής αποταμίευσης αλλά σε «μετακίνηση» από ορισμένα αποταμιευτικά προϊόντα σε άλλα.
  • Για τις λεγόμενες συμπεριφορικές παρεμβάσεις, που αποσκοπούν στο να αμβλύνουν την αναβλητικότητα και να ενισχύσουν τον αυτοέλεγχο των πολιτών. «Αρκετές από αυτές τις προτάσεις (π.χ. εφαρμογή του μοντέλου opt-out στα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά ταμεία, αυτόματη μεταφορά ποσού από τρεχούμενους σε αποταμιευτικούς λογαριασμούς, χρήση αντικινήτρων πρόωρης ανάληψης) παρουσιάζουν ενδιαφέρον και θα μπορούσαν να εξεταστούν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου διαλόγου», ανέφερε
  • Για την προώθηση της οικονομικής εκπαίδευσης: πρόσφατα παρουσιάστηκε η εθνική στρατηγική για την οικονομική εκπαίδευση η οποία θα υλοποιηθεί με γοργούς ρυθμούς και με κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης.

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, κ. Γιάννης Στουρνάρας, αναφέρθηκε στα αίτια του χαμηλού ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα και τα αντιπαρέβαλε με τη θετική συμβολή του δημοσίου στην εθνική αποταμίευση, μέσω της σημαντικής μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τα τελευταία χρόνια.

Την χαμηλή αποταμίευση των νοικοκυριών την απέδωσε κυρίως: Α) στο υψηλό ποσοστό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, που ευνοεί την κατανάλωση και όχι την αποταμίευση, Β) στο ασφαλιστικό σύστημα, που, με εξαίρεση την πρόσφατη προσπάθεια δημιουργίας ενός κεφαλαιοποιητικού πυλώνα, του ΤΕΚΑ, επί πολλά χρόνια παρέμενε αμιγώς διανεμητικό και με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης, γεγονός που αποθάρρυνε την ιδιωτική αποταμίευση, Γ) στα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων προθεσμίας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, που και αυτά αποθαρρύνουν την ιδιωτική αποταμίευση και Δ) στην έλλειψη κουλτούρας ή και κινήτρων ιδιωτικής ασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων των ιδιωτών έναντι φυσικών καταστροφών, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παρουσιάζει το υψηλότερο αντίστοιχο ασφαλιστικό κενό στην ευρωζώνη.

Κατά την άποψη της Τράπεζα της Ελλάδος, αυτά είναι τα κύρια αίτια που εξηγούν το χαμηλό ποσοστό ιδιωτικής αποταμίευσης και συμβάλλουν επίσης σε ένα μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η θεραπεία αυτών των αιτίων με αντίστοιχα μέτρα, μαζί με τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που προωθούνται και ενισχύουν τον δυνητικό ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας, μπορούν να συμβάλλουν στη συνύπαρξη υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης με ένα σημαντικά μικρότερο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών.

Ο κ. Σαράντος Καλυβίτης, Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο κ. Τάσος Αναστασάτος Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank, η κ. Μαργαρίτα Κατσίμη Καθηγήτρια στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο κ. Θωμάς Μούτος, Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στο προλογικό του σημείωμα στη μελέτη, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Eurobank, κ. Γιώργος Π. Ζανιάς, επισημαίνει: «Τιμώντας σταθερά την παράδοση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, διαχρονικού συμβόλου της εθνικής αποταμίευσης, η Eurobank υπογραμμίζει την ανάγκη για έναν ουσιαστικό δημόσιο διάλογο με στόχο την αύξηση της αποταμίευσης, η οποία συνδέεται στενά με την μακροχρόνια ανάπτυξη μιας οικονομίας. Όπως διαπιστώνεται και στην αξιόλογη μελέτη, των τριών επιφανών καθηγητών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η χώρα μας σήμερα σε όρους εθνικής αποταμίευσης βρίσκεται στην τελευταία θέση, όχι μόνο της Ευρωζώνης, αλλά και όλων των αναπτυγμένων χωρών και όλοι καλούμαστε να συμβάλλουμε για την αναστροφή των δυσμενών αυτών δεδομένων. Η Eurobank, πρωτοστατώντας στην προώθηση εθνικών στόχων, όπως άλλωστε εδώ και τρία χρόνια πράττει και στο κρίσιμο πεδίο του δημογραφικού, ξεκινά την προσπάθεια ανάπτυξης του δημοσίου διαλόγου και για την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης ενώ θα προσπαθήσει και μέσω άλλων και τραπεζικών πρωτοβουλιών να συνδράμει στην επίτευξη αυτού του στόχου.».

Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα παρουσιάζει τη χαμηλότερη εθνική αποταμίευση ως ποσοστό του ΑΕΠ από όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, καθώς και από όλες τις ανεπτυγμένες χώρες και συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής, εξετάστηκαν σε συζήτηση που είχαν οι τρεις συγγραφείς της έρευνας, Καθηγητές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κ. Σαράντης Καλυβίτης, κ. Μαργαρίτα Κατσίμη και κ. Θωμάς Μούτος, με συντονιστή τον Επικεφαλής Οικονομολόγο του Ομίλου Eurobank, κ. Τάσο Αναστασάτο. Στα αίτια περιλαμβάνονται δομικά χαρακτηριστικά της οικονομίας, όπως το υψηλό ποσοστό αυτοαπασχόλησης και ιδιοκατοίκησης, οι υψηλές δαπάνες στέγασης και, προ κρίσεως, το υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης συντάξεων που αποθάρρυνε την προληπτική αποταμίευση. Στις προτάσεις πολιτικής που διατυπώνονται στην έρευνα συγκαταλέγονται δημοσιονομικά ουδέτερες φορολογικές παρεμβάσεις, καθώς και μια σειρά προτάσεων για τη βελτίωση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού μέσω της παροχής πληροφόρησης και εκπαίδευσης και συμπεριφορικές προσεγγίσεις για την ενθάρρυνση της συμμετοχής σε πρόσθετα συνταξιοδοτικά προγράμματα.

Κύρια σημεία της έρευνας Eurobank

Τα μακροοικονομικά στοιχεία της αποταμίευσης

  • Η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη εθνική αποταμίευση ως ποσοστό του ΑΕΠ από όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, καθώς και από όλες τις ανεπτυγμένες χώρες.
  • Η διαφορά στα ποσοστά εθνικής αποταμίευσης μεταξύ της Ευρωζώνης και της Ελλάδας διευρύνθηκε, κάτι που οφείλεται στη μεγάλη πτώση του ποσοστού αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα, ενώ η αποταμίευση του δημοσίου τομέα αυξήθηκε μετά το 2010.
  • Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερο από τα αντίστοιχα της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας, καθώς επίσης και της Ευρωζώνης.
  • Οι διαγενεακές μεταβιβάσεις πλούτου, και ιδιαίτερα οι γονικές παροχές, είναι πολύ πιο διαδεδομένες στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες, με αρνητικές συνέπειες στην αποταμίευση.
  • Η διόρθωση του εξαιρετικά υψηλού ποσοστού αναπλήρωσης του εισοδήματος που παρείχε το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα μετά το 2010 αναμένεται να επηρεάσει θετικά την αποταμίευση των νοικοκυριών.
  • Το πολύ μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχόλησης στην ελληνική οικονομία συνδέεται αρνητικά με την αποταμίευση.
  • Στο βαθμό που η φοροδιαφυγή είναι πιο εκτεταμένη μεταξύ των αυτοαπασχολούμενων, επηρεάζονται επίσης αρνητικά τα δημόσια έσοδα και η δημόσια αποταμίευση.
  • Η τεράστια επιβάρυνση των νοικοκυριών με δαπάνες στέγασης σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την αποταμίευση.

Η αποταμίευση των νοικοκυριών

  • Από την ανάλυση των μικροοικονομικών δεδομένων της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 2019 προκύπτει ότι:
  • Η μέση ετήσια αποταμίευση για το σύνολο του δείγματος ανέρχεται στα 1076 ευρώ, ενώ είναι αρνητική για τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες και παιδιά (-2159 ευρώ).
  • Η μέση ετήσια αποταμίευση των συνταξιούχων ανέρχεται σε 2248 ευρώ, των εργαζομένων σε 410 ευρώ, των μισθωτών σε 542 ευρώ και των αυτοαπασχολούμενων σε 63 ευρώ.
  • Το 40% της συνολικής αποταμίευσης προέρχεται από το 1% των νοικοκυριών με τα υψηλότερα εισοδήματα.
  • Οι αυτοαπασχολούμενοι έχουν το μικρότερο και σχεδόν μηδενικό ποσοστό αποταμίευσης σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα τους, ενώ οι συνταξιούχοι είναι η κατηγορία με το μεγαλύτερο ποσοστό αποταμίευσης.
  • Στο σύνολο του δείγματος το ποσοστό αποταμίευσης είναι 5.3%, ενώ είναι μόλις 1.6% για τους εργαζόμενους.
  • Τα ποσοστά αποταμίευσης διαφέρουν σημαντικά ανά κλίμακα εισοδήματος και είναι αρνητικά για τέσσερα στα δέκα νοικοκυριά του δείγματος.
  • Οι δαπάνες για υγεία και εκπαίδευση σχετίζονται αρνητικά με την αποταμίευση.
  • Τα νοικοκυριά που δηλώνουν δαπάνες σε τυχερά παίγνια έχουν σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό αποταμίευσης.

Προτάσεις πολιτικής για αύξηση της αποταμίευσης

  • Δημοσιονομικά ουδέτερες φορολογικές παρεμβάσεις όπως αύξηση του φορολογικού συντελεστή στις γονικές παροχές ή/και μείωση του αφορολόγητου ορίου, ιδιαίτερα για μεταβιβάσεις που αφορούν νεότερες ηλικίες, σε συνδυασμό με μείωση της φορολογίας του εισοδήματος από αποταμίευση.
  • Δημόσιες ή/και ιδιωτικές πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη βελτίωση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού μέσω της παροχής πληροφόρησης και εκπαίδευσης σχετικά με την αποταμίευση, με ιδιαίτερη στόχευση στις νεότερες ηλικίες και στα άτομα με χαμηλά εισοδήματα.
  • Δημόσιες παρεμβάσεις που παρακινούν τους εργοδότες να προ-εγγράφουν αυτόματα τους εργαζόμενους σε πρόσθετα συνταξιοδοτικά προγράμματα ή να μεταφέρουν ένα προκαθορισμένο μέρος του μισθού τους, εφόσον οι εργαζόμενοι δεν εκφράσουν αντίρρηση, σε αποταμιευτικούς λογαριασμούς.

Διαβάστε επίσης:

Γεωοικονομία και Γεωστρατηγική της Κρήτης (Μέρος Α΄)

Παραλίες: Drones για λουκέτα, κατεδαφίσεις και πρόστιμα

Χανιά: Φως στον ορίζοντα για το κολυμβητήριο Ακρωτηρίου


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα