Ουκ ολίγες παραμένουν οι πληθωριστικές εστίες στην αγορά, με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή να βρίσκεται εκτός κυβερνητικών στόχων. Οι προβλέψεις για την εξέλιξη των τιμών μόνο θετικές δεν είναι. Διεθνώς, το κόστος των πρώτων υλών βασικών τροφίμων διατηρείται ανοδικό, οι δασμοί Τραμπ είναι βέβαιο ότι στην Ευρώπη θα προκαλέσουν έναν νέο κύκλο ανατιμήσεων, η υψηλή τουριστική ζήτηση εκτινάσσει στην Ελλάδα το κόστος διακοπών στα ύψη, ενώ παραδοσιακά και φέτος τον Σεπτέμβριο στα ράφια της λιανικής θα διαπιστωθούν αυξήσεις τιμών στα χαρτικά – σχολικά, αλλά και σε αγαθά καθημερινής ανάγκης, λόγω των αυξητικών τιμολογιακών αναπροσαρμογών στις οποίες συνήθως προβαίνει μεγάλη μερίδα των προμηθευτών των σούπερ μάρκετ.
Μάλιστα, φέτος οι πιέσεις θα ασκηθούν με μεγαλύτερη ένταση. Η άρση, αρχές καλοκαιριού, αντιπληθωριστικών παρεμβάσεων του υπουργείου Ανάπτυξης, που είχαν τεθεί σε ισχύ από την περίοδο του Covid-19, απελευθερώνει συσσωρευμένες ανατιμητικές δυνάμεις, οι οποίες «γράφουν» ήδη στη λιανική και θα συνεχίσουν κλιμακούμενες το φθινόπωρο.
Υπάρχει γραμμή άμυνας; Προφανώς και υπάρχει. Το πρώτο «φρένο» στις ανατιμήσεις βάζει ο ανταγωνισμός – όπου φυσικά λειτουργεί, ή δεν διαπιστώνονται ολιγοπώλια ή εναρμονισμένες πρακτικές. Δεύτερο «φρένο» βάζουν οι ελεγκτικές Αρχές, που είχαν μερικώς αφεθεί στις νομοθετικές παρεμβάσεις του ΥΠΑΝ. Πλέον καλούνται να επιδείξουν μεγαλύτερο δυναμισμό, ζήλο και αποφασιστικότητα. Τρίτο «φρένο» βάζει ο ίδιος ο καταναλωτής, είτε επιλέγοντας για τις αγορές του με κύριο κριτήριο τις τιμές, είτε τιμωρώντας όσους παραγωγούς ανατιμούν υπερβολικά τα προϊόντα τους.
Όλα αυτά, βεβαίως, στη θεωρία, διότι οι γνώστες της αγοράς αντιλαμβάνονται τα αδύναμα σημεία του ανταγωνισμού, όπως και τις ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό των ελεγκτικών φορέων, αλλά και το χαμηλότατο έως ανύπαρκτο επίπεδο καταναλωτικής συνείδησης του μέσου Έλληνα. Κατά συνέπεια, όπως στρώσαμε θα κοιμηθούμε…
naftemporiki.gr