Οικονομία 11.12.2025, 15:10

H Ελλάδα παραμένει σταθερά ανάμεσα στις ακριβότερες χώρες της Ευρώπης στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας

Bασική αιτία για τα συνεχώς υψηλά επίπεδα κόστους στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού είναι η εντεινόμενη εξάρτηση από το ορυκτό αέριο

Παρά την αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ, η Ελλάδα παραμένει σταθερά ανάμεσα στις ακριβότερες χώρες της Ευρώπης στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας , καταλαμβάνοντας μάλιστα την 6η θέση πανευρωπαϊκά το 2024 και την 7η θέση τους πρώτους δέκα μήνες του 2025. Οι τιμές της χονδρεμπορικής, αν και δεν ταυτίζονται με το τελικό κόστος που πληρώνουν οι καταναλωτές, επηρεάζουν έντονα τους λογαριασμούς, αποτελώντας το 70% της τιμής. Εχουν δε μεγάλη συσχέτιση με τα πράσινα τιμολόγια, τα οποία κατέχουν και τη μερίδα του λέοντος της λιανικής αγοράς.

Σύμφωνα με νέα ανάλυση του Green Tank, βασική αιτία για τα συνεχώς υψηλά επίπεδα κόστους στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού είναι η εντεινόμενη εξάρτηση από το ορυκτό αέριο και η απουσία υποδομών αποθήκευσης ενέργειας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση, παρατηρείται ότι οι τιμές στην χονδρική αγορά -επίσης γνωστή ως Αγορά Επόμενης Ημέρας ή προημερήσια αγορά (Day Ahead Market, DAM)- τις μεσημεριανές ώρες όπου σημειώνεται η μεγαλύτερη παραγωγή από ΑΠΕ είναι και οι χαμηλότερες της ημέρας. Αντίθετα, τις βραδινές ώρες όταν το μερίδιο των ΑΠΕ μειώνεται και παράλληλα αυξάνεται αυτό των ορυκτών καυσίμων -και κυρίως του ορυκτού αερίου- οι τιμές ανεβαίνουν σημαντικά.

Μάλιστα η διαφορά ανάμεσα στη μέση ελάχιστη τιμή που σημειώνεται καθημερινά μεταξύ 12.00 και 13.00 και τη μέση μέγιστη που καταγράφεται στη βραδινή αιχμή μεταξύ 20.00 και 21.00, αυξήθηκε από 128 €/MWh το 2024 σε 143.4 €/MWh το 2025. Η διεύρυνση αυτής της «ψαλίδας» μεταξύ 2024 και 2025 μπορεί να συσχετιστεί με την ταυτόχρονη αύξηση των ΑΠΕ και του ορυκτού αερίου τον τελευταίο χρόνο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στους πρώτους δέκα μήνες του 2025 οι ΑΠΕ αυξήθηκαν κατά 5.5% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2024. Ωστόσο, η αύξηση του αερίου ήταν ακόμα μεγαλύτερη (+12.6%), ενώ τμήμα αυτής της αυξημένης ηλεκτροπαραγωγής από αέριο διοχετεύτηκε στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας.

Η μεν αύξηση των ΑΠΕ συνέβαλε στην περαιτέρω μείωση των τιμών τις μεσημεριανές ώρες, ενώ αυτή του αερίου στην αύξησή τους κατά τις βραδινές ώρες.

Η επίδραση των μεριδίων ηλεκτροπαραγωγής στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού αντικατοπτρίζεται ακόμα πιο καθαρά μέσω των συντελεστών συσχέτισης Pearson μεταξύ των ωριαίων τιμών και της ωριαίας ηλεκτροπαραγωγής κάθε τεχνολογίας.


Συντελεστές συσχέτισης Pearson μεταξύ της ωριαίας τιμής στη χονδρεμπορική αγορά (DAM) και της ωριαίας ηλεκτροπαραγωγής της κάθε τεχνολογίας, ανά εξάμηνο για την Ελλάδα. Πηγή: ENTSO-E.

Σύμφωνα με την έκθεση του Green Tank, είναι σαφές ότι οι ΑΠΕ έχουν αρνητική επίδραση στις τιμές αφού ο αντίστοιχος συντελεστής συσχέτισης κυμάνθηκε μεταξύ -0.44 το Α’ εξάμηνο του 2024 και – 0.51 το Α’ εξάμηνο του 2025.

Αντιθέτως, τα ορυκτά καύσιμα (με μέσο μερίδιο κάθε εξάμηνο 6-7% για τον λιγνίτη και 41-46% για το ορυκτό αέριο) εμφανίζουν θετικό συντελεστή συσχέτισης που κυμαίνεται από +0.61 για το αέριο το Β’ εξάμηνο του 2024 έως +0.76 για το αέριο και πάλι το Α’ εξάμηνο του 2025.

Μάλιστα και τα τρία εξάμηνα που εξετάστηκαν, το αέριο είχε μεγαλύτερη επίδραση στην αύξηση των τιμών από την αντίστοιχη των ΑΠΕ στη μείωσή τους, όπως φανερώνει το γεγονός ότι και τα τρία εξάμηνα οι συντελεστές συσχέτισης του αερίου ήταν σε απόλυτες τιμές υψηλότεροι από αυτούς των ΑΠΕ.

Αξιοσημείωτη είναι η επίδραση της λιγνιτικής παραγωγής στις τιμές.

Παρά τη μικρή συνεισφορά στην κάλυψη της ζήτησης, ο λιγνίτης εμφανίζει θετική συσχέτιση ως +0.47. Ειδικότερα, το Β’ εξάμηνο 2024 και παρά τη χαμηλή συμμετοχή του στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής, η επανεκκίνηση των παλαιότερων λιγνιτικών μονάδων τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου 2024 συνοδεύτηκε από την υψηλότερη ωριαία τιμή που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους και μερικές από τις υψηλότερες μέσες ημερήσιες τιμές.

Παρόμοια ήταν η κατάσταση και το Α’ εξάμηνο του 2025, όπου η συμμετοχή του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή σε επίπεδα υψηλότερα του μέσου όρου του εξαμήνου (μεταξύ 15 και 25%) κατά τη διάρκεια διαδοχικών ημερών τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο συνέβαλε στις υψηλότερες μέσες τιμές της προημερήσιας αγοράς του εξαμήνου (135 €/ΜWh και 154 €/ΜWh).

Τα μεγάλα υδροηλεκτρικά παρουσιάζουν θετική και ισχυρή συσχέτιση παρόμοια με αυτήν του αερίου, σχεδόν σε κάθε εξάμηνο.

Ωστόσο, αυτό είναι ενδεικτικό της λειτουργίας των υδροηλεκτρικών που ακολουθεί αντί να ορίζει τις υψηλές τιμές, αφού η παραγωγή τους είναι περιορισμένη και εισάγονται στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής στις αιχμές της ζήτησης και κατά κύριο λόγο το βράδυ που πέφτει η παραγωγή των ΑΠΕ.

Έτσι, το Α’ εξάμηνο 2024 όπου το μέσο μερίδιο των υδροηλεκτρικών ήταν 5.9% και το υψηλότερο μεταξύ των τριών εξαμήνων, εμφάνισαν θετική συσχέτιση (+0.64), αντικατοπτρίζοντας τη μεγαλύτερη ανάγκη για ευελιξία και την αυξημένη χρήση τους σε ώρες υψηλών τιμών, σύμφωνα με το Green Tank.

Σύγκριση Ελλάδας- Πορτογαλίας

Στην ανάλυση του Green Tank, η περίπτωση της Ελλάδας αντιπαραβάλλεται με αυτήν της Πορτογαλίας, μιας χώρας με παρόμοια χαρακτηριστικά με την Ελλάδα αλλά με συστηματικά χαμηλότερες τιμές στην προημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (Day Ahead Market – DAM).

Τα κύρια ευρήματα της ανάλυσης συνοψίζονται ως εξής:

Και στις δύο χώρες, το ορυκτό αέριο εμφανίζει τη μεγαλύτερη θετική συσχέτιση με τις τιμές, συνδέεται δηλαδή με υψηλότερα επίπεδα τιμών.

Αντίθετα, οι ΑΠΕ -και η αντλησιοταμίευση στην Πορτογαλία- παρουσιάζουν τις ισχυρότερες αρνητικές συσχετίσεις, συνδέονται δηλαδή με χαμηλότερες τιμές στην αγορά DAM.

Η διαφορά μεταξύ μέσης ελάχιστης (12:00–13:00) και μέσης μέγιστης τιμής (20:00–21:00) στη διάρκεια του 24ωρου στην Ελλάδα αυξήθηκε από 128 €/MWh το 2024 σε 143.4 €/MWh το 2025.

Η διεύρυνση αυτή της «ψαλίδας» οφείλεται αφενός στο ότι οι φθηνές ΑΠΕ αυξήθηκαν κατά μόλις 5.5% τους πρώτους 10 μήνες του 2025, και αφετέρου στο ότι το ακριβό ορυκτό αέριο αυξήθηκε περισσότερο (+12.6%), τροφοδοτώντας παράλληλα και εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας.
Η Ελλάδα συγκριτικά με την Πορτογαλία:

Έχει ακριβότερη και πιο ισχυρά κυμαινόμενη DAM. Μετά τον Απρίλιο του 2022 η Ελλάδα ήταν κατά μέσο όρο 36% ακριβότερη στην προημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από την Πορτογαλία, ενώ οι τιμές είχαν κατά μέσο όρο τη διπλάσια διακύμανση.

Χρησιμοποιεί περισσότερο ορυκτό αέριο. Τα τελευταία δύο χρόνια, η Πορτογαλία διατηρεί το μέσο μηνιαίο μερίδιο αερίου σταθερά κάτω από 25% και κατά μέσο όρο 14%, ενώ η Ελλάδα παραμένει άνω του 32% και κατά μέσο όρο 43.9%.

Διαθέτει λιγότερη αποθήκευση. Η Πορτογαλία προχώρησε πρόσφατα σε σημαντικές επενδύσεις αντλησιοταμίευσης αυξάνοντας την αποθηκευτική της ισχύ στα 3.71 GW, ενώ η Ελλάδα παραμένει στάσιμη σε υπο-πενταπλάσια ισχύ αντλησιοταμίευσης (0.7 GW).

Οι υποδομές αυτές βοηθούν πρακτικά την Πορτογαλία να αποθηκεύει την περίσσεια φθηνής ενέργειας από ΑΠΕ το μεσημέρι και να την αποδίδει το βράδυ, ώστε να περιορίζει την ανάγκη χρήσης ακριβού αερίου.

Συνεπώς, διαπιστώνει το Green Tank η τρέχουσα ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας, που δίνει στο ορυκτό αέριο κεντρικό ρόλο στην ηλεκτροπαραγωγή, και παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις στην εγκατάσταση υποδομών αποθήκευσης, περιορίζει τη δυνατότητα αξιοποίησης των θετικών επιδράσεων των ΑΠΕ, διατηρώντας τις τιμές στην προημερήσια αγορά ηλεκτρισμού σε υψηλά επίπεδα και με υψηλές διακυμάνσεις.

«Είναι απαραίτητο να επαναπροσδιοριστούν οι σημερινές ενεργειακές επιλογές της χώρας που ενισχύουν την εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το ορυκτό αέριο, καθώς αυτό αποδυναμώνει τις ευεργετικές επιδράσεις που έχουν οι ΑΠΕ στις τιμές.

Ο συνδυασμός ΑΠΕ και αποθήκευσης μπορεί και πρέπει να αποτελέσει τον βασικό μοχλό για ουσιαστική και μακροπρόθεσμη μείωση των τιμών ηλεκτρισμού προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας», σχολίασε χαρακτηριστικά ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής του Green Tank.


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα