Μεγάλο χάσμα εξακολουθεί να χωρίζει την Ελλάδα από τον μέσο όρο της ΕΕ
Ενώ η συμβολή της βιομηχανίας στην παραγωγή, την απασχόληση και τις εξαγωγές της ελληνικής οικονομίας έχει παρουσιάσει αξιοσημείωτη βελτίωση, η απόσταση της χώρας από τις αντίστοιχες επιδόσεις σε επίπεδο ΕΕ παραμένει σημαντική, και επομένως η σύγκλιση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα προϋποθέτει ταχεία ανάπτυξη του μεταποιητικού τομέα της χώρας τα επόμενα χρόνια.
Αυτό επισημαίνει το τελευταίο Δελτίο του Παρατηρητηρίου Μεταρρυθμίσεων ΚΕΠΕ, προωθώντας τις μεταρρυθμίσεις και τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις που υπάρχουν στο πλαίσιο της Εθνικής Βιομηχανικής Στρατηγικής.
Εξετάζοντας την πραγματική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του μεταποιητικού τομέα της Ελλάδας από το 2008, προκύπτει ότι οι απώλειες που κατέγραψε η παραγωγική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης έχουν σταδιακά ανακτηθεί.
Η σημαντική άνοδος της προστιθέμενης αξίας της μεταποίησης τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε μια μικρή αλλά ορατή αύξηση του μεριδίου του μεταποιητικού τομέα στο ΑΕΠ της χώρας, αναφέρει το moneyriview.gr.
Από τα στοιχεία αυτά είναι σαφές ότι η ελληνική βιομηχανία διανύει εδώ και καιρό μία περίοδο συστηματικής και αξιόλογης βελτίωσης των επιδόσεών της, εμφανίζοντας, μέχρι στιγμής, αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στις προκλήσεις με τις οποίες έχει έρθει αντιμέτωπη τα τελευταία χρόνια η ευρωπαϊκή βιομηχανία, τονίζει το ΚΕΠΕ.
Ωστόσο μεγάλο χάσμα εξακολουθεί να χωρίζει την Ελλάδα από τον μέσο όρο της ΕΕ, σε ό,τι αφορά το ποσοστό συμμετοχής του μεταποιητικού τομέα στην οικονομική δραστηριότητα.
Ειδικότερα, το μερίδιο της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας της μεταποίησης στο ΑΕΠ ανήλθε στο 8,7% για την Ελλάδα έναντι 14% κατά μέσο όρο στην ΕΕ το έτος 2024.
Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία στον τομέα της μεταποίησης
Επίσης, σε αντίθεση με την επαναφορά της συνολικής παραγωγής του μεταποιητικού τομέα σχεδόν στα επίπεδα προ της κρίσης, οι μεγάλες απώλειες που επέφερε η κρίση σε όρους θέσεων εργασίας στη μεταποίηση έχουν προς το παρόν ανακτηθεί μόνο μερικώς.
Ο αριθμός των απασχολουμένων στη μεταποίηση κατέγραψε σημαντική άνοδο στην περίοδο από το 2015 και μετά, αριθμώντας τα 418 χιλ. άτομα το έτος 2024 από μόλις 325 χιλ. το 2013.
Ωστόσο η απασχόληση στη μεταποίηση εξακολουθεί να υπολείπεται σε σχέση με τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν πριν από την εκδήλωση της κρίσης (545 χιλ. απασχολούμενοι το έτος 2008), με τη σχετική διαφορά να μεταφράζεται σε 127 χιλ. λιγότερες θέσεις εργασίας στον συγκεκριμένο τομέα.
Απασχόληση στον τομέα της μεταποίησης
Παρά το εμφανές ακόμα αποτύπωμα της κρίσης στην απασχόληση του μεταποιητικού τομέα, αξίζει να επισημανθεί ότι, στα πιο πρόσφατα χρόνια, η ταχεία αύξηση των απασχολουμένων στη μεταποίηση σε καιρούς γενικευμένης ανόδου της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα μεταφράστηκε σε μια μικρή, αλλά ορατή, ενίσχυση του μεριδίου της μεταποίησης στη συνολική απασχόληση, στο 8% το έτος 2024 από 7,6% το έτος 2019, τονίζει το ΚΕΠΕ.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη σταδιακή μείωση της συμβολής του μεταποιητικού τομέα στη συνολική απασχόληση στην ΕΕ, μια τάση που παρατηρείται ευρέως στις ανεπτυγμένες οικονομίες και αποδίδεται κυρίως στην εξοικονόμηση θέσεων εργασίας λόγω της αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών στη βιομηχανία.
Μεταξύ των βασικών δεικτών επίδοσης του βιομηχανικού τομέα, η πιο εντυπωσιακή πρόοδος στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων καταγράφεται στην αξία των εξαγωγών των προϊόντων της μεταποίησης και την εξέλιξη του αντίστοιχου μεριδίου τους στο ΑΕΠ.
Στα δύο πιο πρόσφατα έτη αναφοράς (2002, 2023) η αξία των συνολικών εξαγωγών του τομέα της μεταποίησης ήταν πάνω από διπλάσια σε σχέση με το έτος 2016, ενώ μεγάλη ήταν και η αντίστοιχη αύξηση στο μερίδιο των εξαγωγών της μεταποίησης στο ΑΕΠ.
Επισημαίνεται ότι, αν και οι διαφοροποιήσεις στην αξία των εξαγωγών μεταποιητικών προϊόντων από το ένα έτος στο άλλο σχετίζονται σε ένα βαθμό με τις διακυμάνσεις των τιμών των προϊόντων διύλισης πετρελαίου, τα οποία έχουν σημαντικό μερίδιο στις εξαγωγές αγαθών, η ανοδική τάση που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στο επίπεδο των εξαγωγών μεταποιητικών προϊόντων είναι τόσο έντονη ώστε να αποτελεί σαφή ένδειξη βελτίωσης της εξωστρέφειας της ελληνικής βιομηχανίας.
Εξαγωγές του τομέα της μεταποίησης
Το ΚΕΠΕ εξηγεί ότι η Εθνική Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για τη Βιομηχανία διαμορφώνουν το βασικό πλαίσιο για τη βιομηχανική πολιτική στην Ελλάδα έως το έτος 2030 και περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων, πρωτοβουλιών, εμβληματικών επενδύσεων και προγραμμάτων χρηματοδοτικής στήριξης που έχουν ως στόχο τον μετασχηματισμό των επιδόσεων και της οικονομικής συμβολής του ελληνικού βιομηχανικού τομέα.
Οι κύριοι οριζόντιοι στόχοι της στρατηγικής προσδιορίζονται σε όρους προόδου του βιομηχανικού τομέα στους τρεις βασικούς δείκτες επίδοσης που αφορούν τον ρόλο της μεταποίησης στην παραγωγή, την απασχόληση και τις εξαγωγές.
Συγκεκριμένα απώτερους στόχους της στρατηγικής με ορίζοντα το έτος 2030 αποτελούν η αύξηση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας της βιομηχανίας, έτσι ώστε να ανέλθει σε ποσοστό έως και 15% του ΑΕΠ, η αύξηση των εξαγωγών βιομηχανικών προϊόντων, έτσι ώστε να συνεισφέρουν ποσοστό έως και 20% του ΑΕΠ έως το 2030 και τέλος η αύξηση των απασχολούμενων στη βιομηχανία, έτσι ώστε να αναλογούν σε ποσοστό έως 14% του συνόλου των εργαζομένων έως το 2030.
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα