Αρθρογραφία 22.04.2024, 13:42

Η σωστή χρήση του παγκόσμιου χρέους

Γράφει ο Ατσαλάκης Γιώργος, Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης

Το Institute of International Finance, υπολογίζει το παγκόσμιο χρέος για το 2023 στο 313 τρις. Το παγκόσμιο ΑΕΠ στο τέλος του 2023 διαμορφώθηκε σε περίπου 105 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ως ποσοστό επί του ΑΕΠ φθάνει περίπου στα 300% του ΑΕΠ.

Λόγω της αύξησης των επιτοκίων, το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης αποτελεί σημαντική πηγή κινδύνου για τη χρηματοπιστωτική και κοινωνική σταθερότητα σε όλες τις χώρες με υπερχρεωμένους τομείς. Η Ινδία, η Αργεντινή, η Κίνα, η Ρωσία, η Μαλαισία και η Νότια Αφρική κατέγραψαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις χρέους το 2023, σηματοδοτώντας πιθανές αυξανόμενες προκλήσεις στην αποπληρωμή του χρέους. Υψηλή αύξηση χρέους προήλθε από αναπτυγμένες αγορές, κυρίως από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία.

Τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος και οι μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι πιο εκτεθειμένες σε δανεισμό κυμαινόμενου επιτοκίου, αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι αυξημένες δημοσιονομικές δαπάνες για τόκους των χρεών θα προέλθουν είτε από φόρους είτε από δανεισμό είτε από «εκτύπωση χρήματος» από τις κεντρικές τράπεζες (η αύξηση της κυκλοφορίας χρήματος όμως, θα τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό, καθώς ακυρώνει την προσπάθεια των αυξήσεων των επιτοκίων, να μειώσουν την κυκλοφορία του χρήματος αποτρέποντας νέες πιστώσεις, ώστε να μειωθεί η ζήτηση για να μειωθούν οι τιμές και να μειωθεί ο πληθωρισμός.

Το χρέος είναι ωφέλιμο για την οικονομία, όταν εκείνοι που δανείζονται χρήματα τα χρησιμοποιούν αρκετά παραγωγικά για να αποπληρώσουν τις δόσεις από τα δάνειά τους, όταν η τράπεζα αποκομίζει ένα κέρδος, και όταν εκείνοι από τους οποίους δανείστηκαν οι τράπεζες (π.χ. καταθέτες ή δάνεια από την κεντρική τράπεζα), δεν ζητούν τα χρήματά τους πίσω σε ποσά που είναι μεγαλύτερα από αυτά που μπορούν να διαθέτουν οι τράπεζες την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ωστόσο, όταν τα δάνεια δεν αποπληρώνονται επαρκώς ή όταν αυτοί από τους οποίους δανείστηκαν οι τράπεζες ζητούν να πάρουν περισσότερα από τα χρήματα που δάνεισαν στις τράπεζες από ό, τι πρέπει να τους δώσουν οι τράπεζες, συμβαίνουν οι κρίσεις χρέους.

Δεν είναι σαφές ποια ακριβώς είναι τα επικίνδυνα επίπεδα χρέους, επειδή δεν είναι σαφές τι θα συμβεί στα μελλοντικά εισοδήματα. Υπάρχει κόστος ευκαιρίας και κίνδυνοι όταν δεν χρησιμοποιείται πίστωση. Μακροπρόθεσμα, τα χρέη δεν μπορούν να αυξηθούν ταχύτερα από τα εισοδήματα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των χρεών και τα επιτόκια δεν μπορούν να είναι πολύ υψηλά για τους δανειολήπτες-οφειλέτες ή πολύ χαμηλά για τους δανειστές-πιστωτές για πολύ καιρό. Εάν τα χρέη συνεχίσουν να αυξάνονται ταχύτερα από ό,τι τα εισοδήματα και/ή τα επιτόκια είναι πολύ υψηλά για τους δανειολήπτες-οφειλέτες ή πολύ χαμηλά για τους δανειστές-πιστωτές για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, η ανισορροπία θα μετατραπεί σε μεγάλη κρίση της αγοράς και της οικονομίας.

Το χρέος δεν έχει πάντα αρνητικές συνέπειες, ακόμα και όταν δεν είναι άμεσα κερδοφόρο. Η πολύ μικρή πιστωτική/δανειακή αύξηση μπορεί να δημιουργήσει οικονομικά προβλήματα εξίσου άσχημα ή χειρότερα από την υπερβολική πίστωση, με το κόστος να έρχεται με τη μορφή χαμένων ευκαιριών.

Αυτό συμβαίνει επειδή

α) η πίστωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία μεγάλων βελτιώσεων που δεν είναι κερδοφόρες που θα είχαν χαθεί χωρίς αυτήν και

β) οι απώλειες από τα προβλήματα χρέους μπορούν να κατανεμηθούν ώστε να μην είναι εξαιρετικά επώδυνες, εάν η κυβέρνηση έχει τον έλεγχο της διαδικασίας αναδιάρθρωσης του χρέους και το χρέος είναι στο νόμισμα που μπορεί να εκτυπώσει η κεντρική τράπεζα.

Οι κρίσεις χρέους, ακόμη και οι μεγάλες, μπορούν συνήθως να αντιμετωπιστούν ώστε να μειωθούν οι αρνητικές συνέπειες τους σε αποδεκτά επίπεδα. Όταν η αύξηση του χρέους είναι μικρή, οι οικονομίες είναι αδύναμες και ο πληθωρισμός είναι χαμηλός, οι κεντρικοί τραπεζίτες θα μειώσουν τα επιτόκια και θα δημιουργήσουν περισσότερα χρήματα και πιστώσεις που θα δώσουν κίνητρα για περισσότερο δανεισμό και δαπάνες για αγαθά, υπηρεσίες και επενδυτικά περιουσιακά στοιχεία. Αυτό θα ωθήσει την οικονομική ανάπτυξη. Σε τέτοιες εποχές, είναι καλό για τους δανειολήπτες-οφειλέτες και κακό να για τους δανειστές-πιστωτές.

Όταν η αύξηση του χρέους είναι πλέον επικίνδυνη και ο πληθωρισμός είναι απαράδεκτα υψηλός, οι κεντρικοί τραπεζίτες θα αυξήσουν τα επιτόκια και θα περιορίσουν τα χρήματα και τις πιστώσεις, γεγονός που θα δώσει κίνητρα για περισσότερη αποταμίευση και λιγότερες δαπάνες για αγαθά, υπηρεσίες και επενδυτικά περιουσιακά στοιχεία. Αυτό θα ωθήσει την οικονομία σε ύφεση.

Η ιστορία μας δείχνει ότι όταν οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν πλέον να μειώσουν τα επιτόκια και θέλουν να αναπτύξουν την οικονομία, τυπώνουν χρήμα και αγοράζουν χρέος, ειδικά δημόσιο χρέος. Αυτό δίνει στους οφειλέτες, κυρίως στις κυβερνήσεις, χρήματα και πιστώσεις για να τους αποτρέψει από τη χρεοκοπία και τους επιτρέπει να συνεχίσουν να δανείζονται για να ξοδέψουν περισσότερα από όσα κερδίζουν. Αυτό συμβαίνει από το 2008. Σε τέτοιες περιόδους, οι κεντρικές τράπεζες αντισταθμίζουν την υστέρηση της ζήτησης χρέους του ιδιωτικού τομέα ώστε το συνολικό επίπεδο χρημάτων που δαπανάται σε κάθε επί μέρους αγορά να παραμείνει σταθερό ώστε να αποφευχθεί η ύφεση καθώς είτε δαπανηθούν ίδια ή δανεικά χρήματα, για αυτόν που λαμβάνει τα χρήματα (αυτός που πουλάει τα αγαθά) αποτελούν εισόδημα.

Κατά τη διάρκεια αυτού του μέρους του μεγάλου κύκλου χρέους, οι κεντρικές τράπεζες γίνονται οι μεγάλοι αγοραστές χρέους και γίνονται οι μεγάλοι ιδιοκτήτες του χρέους και όχι οι ιδιώτες επενδυτές. Επειδή οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν συνέπειες εάν έχουν απώλειες από τη διατήρηση του χρέους που έχει μειωθεί σε αξία και επειδή δεν ανησυχούν ότι θα πιεστούν, μπορούν να συνεχίσουν να αποτρέπουν μια κρίση χρέους τυπώνοντας χρήμα και αγοράζοντας χρέος. Αφήνουν τους ισολογισμούς και τις καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσεως τους να επιδεινωθούν προκειμένου να προστατεύσουν τις καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσεως και τους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα. Αυτή η διαδικασία δεν είναι τίποτα άλλο από την νομισματοποίηση του χρέους.

Σήμερα οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να δημιουργούν πιο ελεύθερα χρήμα και πιστώσεις από ό,τι πριν το 1971, αλλά πολλές κεντρικές τράπεζες πλησιάζουν στα όρια της ικανότητάς τους να συνεχίσουν τις επεκτάσεις χρήματος-πίστωσης-χρέους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Ιαπωνία, κατέχουν περίπου το 20%, το 30% και το 40% του δημόσιου χρέους, αντίστοιχα, και περίπου το 10%, 10% και 20% του συνολικού χρέους, αντίστοιχα.

Μια έξυπνη απομόχλευση μπορεί να σχεδιαστεί από τις κεντρικές κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες για να μειώσει τα βάρη του χρέους εάν το χρέος είναι στα δικά τους νομίσματα. Μακροπρόθεσμα, οι δείκτες της οικονομικής υγείας μιας χώρα είναι: να είναι παραγωγική και να έχει υγιείς καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσεως (δηλαδή, να κερδίζει περισσότερα από όσα δαπανά) και υγιείς ισολογισμούς (δηλαδή, να έχει περισσότερα περιουσιακά στοιχεία από υποχρεώσεις ώστε να μπορούν να αποπληρωθούν τα χρέη).

Όσο συμβαίνει αυτό και κυρίως για τις χώρες που το χρέος είναι σε δικό τους νόμισμα, το υπερβολικό χρέος δεν απειλή. Με δυο λόγια όσο το χρέος δαπανάται σε επενδύσεις που αποπληρώνουν στην ώρα τους τα τοκοχρεολύσια, το χρέος έχει σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη της οικονομίας.

Υπάρχουν όμως παράγοντες οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την δυνατότητα αποπληρωμής των δόσεων των δανείων, όπως: δραστικές τεχνολογικές αλλαγές, εσωτερικές ή εξωτερικές συγκρούσεις και φυσικές καταστροφές που οδηγούν σε απώλειες εισοδημάτων και ύφεση. Η προσδοκία ότι ο αντίκτυπος των διαφόρων διαταραχών – συμπεριλαμβανομένων των γεωπολιτικών εντάσεων, των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, των τεχνολογικών ανακαλύψεων και των τρωτών σημείων στις αλυσίδες εφοδιασμού – θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα 5-10 χρόνια υπογραμμίζει μια κομβική τάση στη στρατηγική διαχείριση του χρέους.

Τα κράτη και οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο την ανάγκη να προετοιμαστούν για την αβεβαιότητα ως αναπόσπαστη πτυχή του επιχειρησιακού τους σχεδιασμού.

Διαβάστε επίσης:

Ηράκλειο – BOAK: Φορτηγό τυλίχθηκε στις φλόγες μετά από τροχαίο

Κλιματική Αλλαγή: Παγκόσμια ανησυχία για τα συχνότερα «κύματα ακραίας ζέστης» και πλημμύρες

Υπεργολάβοι ελεγκτές δόμησης;


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα