Style 16.07.2025, 15:15

Κατάθλιψη: Πενταπλάσια η πιθανότητα για τα άτομα που νίωθουν μοναξιά

1 στους 2 ενήλικες που βιώνουν μοναξιά πάσχει από κατάθλιψη

Η μοναξιά, αν και συχνά αντιμετωπίζεται ως μια προσωπική ή παροδική εμπειρία, έχει πλέον αναγνωριστεί ως ένα σοβαρό ζήτημα δημόσιας υγείας. Τα τελευταία χρόνια, πλήθος ερευνών δείχνουν ότι η αίσθηση της κοινωνικής απομόνωσης δεν επηρεάζει μόνο την διάθεση αλλά σχετίζεται άμεσα με αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης, χειρότερη σωματική υγεία και χαμηλότερη ποιότητα ζωής. Καθώς, λοιπόν, τα ποσοστά μοναξιάς αυξάνονται σε πολλές χώρες (ιδίως μεταξύ ευάλωτων ομάδων) η κατανόηση των επιπτώσεών της είναι καίριας σημασίας για την πρόληψη και την ενίσχυση της ευημερίας των πολιτών.

Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο PLOS One από τον Δρα. Oluwasegun Akinyemi, ερευνητή του Πανεπιστημίου Howard, ανέδειξε την μοναξιά ως έναν ισχυρό και ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα κατάθλιψης και άλλων αρνητικών δεικτών υγείας.

Ευρύ δείγμα και ανάλυση επταετίας

Η έρευνα βασίστηκε σε δεδομένα που συλλέχθηκαν μέσω του Συστήματος Παρακολούθησης Παραγόντων Κινδύνου Συμπεριφοράς (Behavioral Risk Factor Surveillance System) την περίοδο 2016-2023, με τη συμμετοχή 47.318 ενηλίκων από όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ. Το δείγμα περιλάμβανε κυρίως λευκούς (73,3%), γυναίκες (62,1%) και άτομα ηλικίας 18 έως 64 ετών (72,1%). Η μοναξιά μετρήθηκε μέσω της ερώτησης «Πόσο συχνά αισθάνεστε μοναξιά;» και κατηγοριοποιήθηκε σε πέντε βαθμίδες: Ποτέ, Σπάνια, Μερικές φορές, Συνήθως και Πάντα.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι περισσότερο από το 80% των συμμετεχόντων ανέφεραν ότι βιώνουν μοναξιά σε κάποιο βαθμό. Όσοι δήλωσαν ότι αισθάνονται «Πάντα» μοναξιά είχαν πενταπλάσια πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης (50,2%) σε σύγκριση με εκείνους που ανέφεραν ότι δεν αισθάνονται ποτέ μοναξιά (9,7%). Επιπλέον, ανέφεραν κατά μέσο όρο 10,9 περισσότερες ημέρες κακής ψυχικής υγείας και 5,0 περισσότερες ημέρες κακής σωματικής υγείας ανά μήνα.

Ανισότητες ανά φύλο, φυλή και ηλικία

Η μελέτη ανέδειξε διαφορές μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Οι γυναίκες, ανεξαρτήτως βαθμού μοναξιάς, εμφάνιζαν σταθερά υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και περισσότερες ημέρες κακής ψυχικής υγείας σε σχέση με τους άνδρες. Επίσης, οι λευκοί συμμετέχοντες παρουσίαζαν υψηλότερα επίπεδα καταθλιπτικής συμπτωματολογίας και περισσότερες ημέρες κακής ψυχικής υγείας -σε όλα τα επίπεδα μοναξιάς -σε σχέση με τα άτομα άλλων εθνικοτήτων.

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στους ηλικιωμένους άνω των 64 ετών, οι οποίοι εμφάνισαν πολλές ημέρες κακής σωματικής υγείας, ανεξαρτήτως του πόσο συχνά αισθάνονται μοναξιά.

Περιορισμοί, παρεμβάσεις και προτάσεις

Παρά τον αυτοαναφερόμενο χαρακτήρα των δεδομένων και την πιθανότητα αμετρήτων παραγόντων σύγχυσης -όπως χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ή σημαντικά γεγονότα στη ζωή του κάθε ατόμου -οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι τα ευρήματα είναι σημαντικά για τη χάραξη πολιτικής υγείας. Όπως σημειώνουν, «η μοναξιά δεν είναι απλώς ένα αίσθημα. Έχει απτές και μετρήσιμες επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία. Η αντιμετώπισή της μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στη μείωση της κατάθλιψης και στη βελτίωση της συνολικής ευημερίας του πληθυσμού».

Προτείνουν να ενταχθεί στους βασικούς δείκτες παρακολούθησης της δημόσιας υγείας, δίπλα στους παραδοσιακούς παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα ή η παχυσαρκία. Παράλληλα, τονίζουν τη σημασία της τακτικής αξιολόγησης του αισθήματος μοναξιάς σε ιατρικές και κοινοτικές δομές, ώστε να εντοπίζονται έγκαιρα άτομα υψηλού κινδύνου που μπορεί να ωφεληθούν από στοχευμένες κοινωνικές παρεμβάσεις.

Όπως καταλήγουν, «η εμβάθυνση στις εμπειρίες χιλιάδων ανθρώπων σε ευάλωτες καταστάσεις αποκάλυψε με σαφήνεια πόσο βαθιά και ολιστικά η μοναξιά επηρεάζει την υγεία, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για δράση ενάντια σε αυτή τη σιωπηλή επιδημία».

Πηγή: ygeiamou.gr


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα