Συγκεκριμένα, το ποσοστό ανεργίας μειώνεται
Οι επιδόσεις της αγοράς εργασίας έχουν καταγράψει σημαντική πρόοδο την τελευταία δεκαετία, αλλά υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ, όπως επισημαίνει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στη νέα του έκδοση με τίτλο: «Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας στο τέλος του 2025». Όπως επισημαίνει το ΚΕΠΕ, η διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά, καθώς κατανέμονται αναποτελεσματικά και δεν αξιοποιούνται επαρκώς, οδηγώντας σε χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας και χαμηλούς μισθούς.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό ανεργίας μειώνεται. Τον Οκτώβριο του 2025 διαμορφώθηκε στο 8,6% (έναντι 5,9% στην ΕΕ27 το 2025β), που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τρίτο του επιπέδου του Οκτωβρίου του 2015. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο για τις γυναίκες και τους νέους και χαμηλότερο για τους μετανάστες — μία πρόσφατη αναστροφή τάσης — και μεταξύ των ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Ένα ανησυχητικό, αλλά τυπικό, γνώρισμα της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι το μεγάλο ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων που ξεπερνά συστηματικά το 50%.
Το ποσοστό απασχόλησης τον Οκτώβριο του 2025 διαμορφώθηκε στο 56,2%, το υψηλότερο που έχει καταγραφεί ποτέ, συνεχίζοντας την ανοδική του πορεία, αλλά παραμένοντας χαμηλότερο σε σύγκριση με τον μέσο 15 Όλα τα στοιχεία αναφέρονται στην ηλικιακή ομάδα 15-74 ετών.
Προκλήσεις και προτάσεις για το μέλλον
Οι πιο πιεστικές προκλήσεις για το 2026 περιλαμβάνουν την περαιτέρω μείωση της ανεργίας και την αύξηση των πραγματικών μισθών για την ανακούφιση των κοινωνικών εντάσεων. Σχετικές πρωτοβουλίες έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή, αλλά θα πρέπει να αξιολογηθούν και να βελτιωθούν για να επιταχυνθεί η πρόοδος.
Επί του παρόντος, το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται κοντά στο επίπεδο του 2008, όταν η οικονομία βρισκόταν σε ισχυρή ανάπτυξη. Επομένως, εάν αυτό είναι το φυσικό ποσοστό ανεργίας, οι περαιτέρω μειώσεις είναι δύσκολες, αλλά όχι αδύνατες.
Πρέπει να αντιμετωπιστούν η ανεργία τριβής και η διαρθρωτική ανεργία. Το πρώτο θα μπορούσε να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με τη βελτίωση των υπηρεσιών αντιστοίχισης που παρέχονται από την ΔΥΠΑ (Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης), τη διευκόλυνση διάδοσης πληροφοριών, την ενθάρρυνση της γεωγραφικής και επαγγελματικής κινητικότητας και την απλοποίηση των διαδικασιών πρόσληψης.
Η διαρθρωτική ανεργία είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Η εποχικότητα της οικονομικής δραστηριότητας για ορισμένους κλάδους που αποτελούν μεγάλους εργοδότες, όπως ο τουρισμός, καθιστά την περαιτέρω μείωση πρόκληση.
Η στροφή σε εναλλακτικούς τύπους τουρισμού, όπως ο θρησκευτικός ή ο ιατρικός τουρισμός, θα μπορούσε να προσφέρει κάποια λύση. Μία ακόμη σημαντική πρόκληση είναι η εύρεση εργασίας στους μακροχρόνια άνεργους με την υλοποίηση πολιτικών εκτός των συνηθισμένων.
Οι αναντιστοιχίες δεξιοτήτων εμποδίζουν επίσης την περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας και, ως εκ τούτου, πρέπει να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα. Η βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ της προσφοράς δεξιοτήτων, δηλαδή της εκπαίδευσης, ιδίως της τριτοβάθμιας και επαγγελματικής εκπαίδευσης, των προγραμμάτων δια βίου μάθησης, των προγραμμάτων αναβάθμισης και επανειδίκευσης, και της ζήτησης για δεξιότητες, δηλαδή των αναγκών της αγοράς εργασίας, είναι αναγκαία συνθήκη επιτυχίας.
Επιπλέον, η ενθάρρυνση των επιχειρήσεων να εκτιμούν τους ανθρώπινους πόρους και να επενδύουν σε αυτούς αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη αξιόλογων ωφελειών.
Η αύξηση των πραγματικών μισθών και, κατά συνέπεια, της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών πρέπει επίσης να αποτελέσει ύψιστη προτεραιότητα. Αυτό σημαίνει αύξηση των ονομαστικών μισθών και, ταυτόχρονα, συγκράτηση του πληθωρισμού, επιδίωξη που όμως δεν περιλαμβάνεται στους στόχους των πολιτικών αγοράς εργασίας.
Οι αυξήσεις των ονομαστικών μισθών θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τα κέρδη παραγωγικότητας.
Υπάρχουν δύο τρόποι να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Ο πρώτος είναι η βελτίωση του επιπέδου δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού μέσω δραστηριοτήτων εκπαίδευσης, κατάρτισης και δια βίου μάθησης, ιδίως για τους ανέργους, τους άεργους και όσους εργάζονται σε προσωρινές και επισφαλείς θέσεις εργασίας.
Οι παρεμβάσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ανάπτυξη ψηφιακών και πράσινων δεξιοτήτων, ώστε να συμβαδίζουν με τον οικονομικό μετασχηματισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ο δεύτερος τρόπος, ο οποίος επίσης βρίσκεται εκτός του πεδίου εφαρμογής των πολιτικών για την αγορά εργασίας, περιλαμβάνει την ενθάρρυνση των επενδύσεων σε φυσικό κεφάλαιο, τεχνολογία και δραστηριότητες προσανατολισμένες στην έρευνα, με σκοπό την αύξηση της προστιθέμενης αξίας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, επιτρέποντας έτσι υψηλότερες τιμές στις διεθνείς αγορές.
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα









