Η ΕΛ.ΑΣ είχε προχωρήσει στην προσαγωγή του πριν από λίγες ημέρες, ωστόσο ο ίδιος είχε αφεθεί ελεύθερος
Ο συνοδηγός του Γιώργου Ρουπακιά το μοιραίο βράδυ στο Κερατσίνι, Γιάννης Καζαντζόγλου είχε προσαχθεί πριν από λίγες ημέρες, είχε αφεθεί ελεύθερος και σήμερα συνελήφθη εκ νέου από τις αρχές για συνέργεια στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Το χρονικό της υπόθεσης
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτεμβρίου 2013 αποτέλεσε σημείο καμπής για την ελληνική κοινωνία και πολιτική σκηνή. Ο Φύσσας, 34 ετών, ήταν μουσικός της hip-hop σκηνής με το καλλιτεχνικό όνομα «Killah P» και έντονα αντιφασιστική δράση. Η δολοφονία του από τον Γιώργο Ρουπακιά, μέλος της Χρυσής Αυγής, δεν ήταν ένα τυχαίο έγκλημα, αλλά μια οργανωμένη επίθεση που έφερε στο φως τη δομή και τη λειτουργία της νεοναζιστικής οργάνωσης.
Το βράδυ της 17ης προς 18η Σεπτεμβρίου, ο Φύσσας βρισκόταν σε καφετέρια στο Κερατσίνι μαζί με την κοπέλα του και φίλους για να παρακολουθήσει ποδοσφαιρικό αγώνα. Στο ίδιο σημείο υπήρχαν άτομα προσκείμενα στη Χρυσή Αυγή, τα οποία ειδοποίησαν την τοπική οργάνωση της Νίκαιας ότι ο Φύσσας ήταν εκεί. Μέσα σε λίγα λεπτά, κινητοποιήθηκε τάγμα εφόδου περίπου 40-50 ατόμων, το οποίο έστησε ενέδρα στον μουσικό έξω από το μαγαζί. Όταν ο Φύσσας και οι φίλοι του προσπάθησαν να απομακρυνθούν, εγκλωβίστηκαν σε έναν δρόμο, όπου ο Γιώργος Ρουπακιάς, φτάνοντας με αυτοκίνητο, μαχαίρωσε τον Φύσσα δύο φορές στην καρδιά. Πριν καταρρεύσει, ο Φύσσας κατάφερε να υποδείξει τον δράστη στους αστυνομικούς που βρίσκονταν εκεί, με αποτέλεσμα τη σύλληψη του Ρουπακιά.
Η δολοφονία του Φύσσα πυροδότησε έντονες κοινωνικές αντιδράσεις και οδήγησε τελικά στη δικαστική δίωξη της Χρυσής Αυγής. Δεν ήταν το πρώτο περιστατικό βίας από την οργάνωση, καθώς είχαν προηγηθεί επιθέσεις σε μετανάστες, αριστερούς και συνδικαλιστές, όπως αυτή στους Αιγύπτιους αλιεργάτες και στα μέλη του ΠΑΜΕ στο Πέραμα. Ωστόσο, η εκτέλεση ενός Έλληνα πολίτη εν ψυχρώ, με την οργάνωση να βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής της, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Η δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε στις 20 Απριλίου 2015 και διήρκεσε πάνω από πέντε χρόνια, αποτελώντας τη μεγαλύτερη δίκη νεοναζιστικής οργάνωσης στην Ευρώπη μετά τη Νυρεμβέργη. Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν απέδειξαν ότι η Χρυσή Αυγή λειτουργούσε ως εγκληματική οργάνωση με στρατιωτική ιεραρχία, όπου οι επιθέσεις εναντίον πολιτικών αντιπάλων οργανώνονταν και εκτελούνταν με άνωθεν εντολές. Καταγράφηκαν τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ των στελεχών της Χρυσής Αυγής το βράδυ της δολοφονίας, που έδειξαν ότι η επίθεση στον Φύσσα δεν ήταν τυχαία, αλλά είχε σχεδιαστεί.
Στις 7 Οκτωβρίου 2020, το δικαστήριο ανακοίνωσε την ιστορική του απόφαση: «Η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση». Ο Γιώργος Ρουπακιάς καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ενώ η ηγεσία της Χρυσής Αυγής, συμπεριλαμβανομένων των Νίκου Μιχαλολιάκου, Ηλία Κασιδιάρη, Γιάννη Λαγού και Χρήστου Παππά, καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλάκισης για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης.
Η ανακοίνωση της απόφασης προκάλεσε πανηγυρισμούς από δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το δικαστήριο φωνάζοντας «Δεν είναι αθώοι – Οι ναζί στη φυλακή». Η ιστορική αυτή ετυμηγορία οδήγησε στην αποδυνάμωση και τον πολιτικό αφανισμό της Χρυσής Αυγής, ενώ παράλληλα αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τον αντιφασιστικό αγώνα στην Ελλάδα.
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα δεν ήταν απλώς μια τραγωδία. Ήταν η αρχή του τέλους για τη Χρυσή Αυγή και μια νίκη της δημοκρατίας απέναντι στον φασισμό. Το όνομά του παραμένει σύμβολο του αντιφασιστικού κινήματος, με το σύνθημά του να ηχεί δυνατά μέχρι σήμερα: «Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ».
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα