Κόσμος 10.11.2025, 14:32

Τραμπ: «Μόλις κερδίσαμε τον πόλεμο κατά της απάτης της κλιματικής αλλαγής»

Η κυβέρνησή του έχει μειώσει δραστικά τη βοήθεια για το κλίμα

Απών από την ετήσια διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα (COP30), που αρχίζει αυτή την εβδομάδα στη Βραζιλία θα είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, στο πλαίσιο της εκστρατείας του υπέρ των ορυκτών καυσίμων και κατά της παγκόσμιας δράσης για την πρόληψη της κλιματικής αλλαγής. Η κυβέρνησή του έχει μειώσει δραστικά τη βοήθεια για το κλίμα ενώ δεν υποστηρίζει τη Νότια Αφρική, το Βιετνάμ και την Ινδονησία στη μετάβασή τους προς την καθαρή ενέργεια.

Ο Trump έφτασε ακόμη και στο σημείο να διαστρεβλώσει τα λόγια του επιχειρηματία τεχνολογίας Bill Gates, δηλώνοντας: «Εγώ (ΕΜΕΙΣ!) μόλις κερδίσαμε τον πόλεμο κατά της απάτης της κλιματικής αλλαγής».

Ωστόσο, υπάρχουν ελπίδες.

«Ηλεκτροτεχνική επανάσταση»

Από τη μια η Ουάσιγκτον προωθεί παλιές, ρυπογόνες τεχνολογίες και από την άλλη το Πεκίνο υποστηρίζει νέες, καθαρές τεχνολογίες. Αυτό οφείλεται εν μέρει σε οικονομικούς λόγους. Η Κίνα κυριαρχεί στην παραγωγή ηλιακών πάνελ, μπαταριών και ηλεκτρικών οχημάτων. Τα χρησιμοποιεί σε μεγάλες ποσότητες στο εσωτερικό της χώρας και τα εξάγει στο εξωτερικό για να διατηρήσει την ανάπτυξή της.

Επιπλέον η ασιατική χώρα πιστεύει ότι, εστιάζοντας στις καθαρές τεχνολογίες, μπορεί να καλύψει το χάσμα καινοτομίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες ενώ η εξάρτησή της από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων δημιουργεί ενεργειακή ανασφάλεια, την ώρα που ασφάλεια τις παρέχουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η ΕΕ, που έμαθε από την «τρέλα» της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Αλλά και περιοχές με ηλιόλουστες ζώνες όπως η Ινδία και η Αφρική θέλουν να χρησιμοποιούν έναν φυσικό πόρο στην επικράτειά τους, αντί να ξοδεύουν τα σπάνια συναλλαγματικά τους αποθέματα για να αγοράζουν ενέργεια από το εξωτερικό.

Ο κόσμος βιώνει αυτό που ο Ember, ένας οργανισμός μελέτης του κλίματος, αποκαλεί «ηλεκτροτεχνική επανάσταση». Οι επιδοτήσεις και οι κυβερνητικές πολιτικές έδωσαν ώθηση στην ηλιακή ενέργεια, την αιολική ενέργεια και τις μπαταρίες. Στην παρούσα φάση όμως, υπάρχει ένα συν επιπλέον, ένας θετικός κύκλος: Καθώς οι τιμές πέφτουν, ο κόσμος υιοθετεί καθαρές τεχνολογίες, οδηγώντας σε οικονομίες κλίμακας και ταχύτερη καινοτομία, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος και ενθαρρύνοντας την ακόμη ταχύτερη ανάπτυξη.

Πολλές αναδυόμενες χώρες θεωρούν πλέον την καθαρή μετάβαση λιγότερο ως εμπόδιο στην ανάπτυξή τους. Μέρη του κόσμου που ιστορικά ήταν ενεργειακά φτωχά θέλουν να κάνουν ένα άλμα προς τις νέες τεχνολογίες, αξιοποιώντας την άφθονη, φθηνή και μη ρυπογόνα ηλεκτρική ενέργεια. Το ερώτημα είναι πώς να εξασφαλιστεί αρκετό αρχικό κεφάλαιο για ηλιακούς συλλέκτες, αιολικά πάρκα, γραμμές μεταφοράς υψηλής τάσης, αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας και άλλα παρόμοια, καθώς τα ποσά είναι τεράστια.

Η COP30 θα εξετάσει έναν «οδικό χάρτη» από τη Βραζιλία και το Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος καθορίζει τον τρόπο διοχέτευσης 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως σε αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες για τη χρηματοδότηση της μετάβασης. Οι πλούσιες χώρες θα παρέχουν, στην καλύτερη περίπτωση, ένα μικρό μέρος των χρημάτων.

Σημειώνεται πάντως ότι δεν είναι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες που μειώνουν τη βοήθεια. Προτεραιότητες όπως η άμυνα, ανταγωνίζονται για τους σπάνιους πόρους.

Αλλαγή νοοτροπίας – Ο ρόλος των MDBs

Ωστόσο, υπάρχουν λόγοι για αισιοδοξία. Ένας από αυτούς είναι η αλλαγή νοοτροπίας σε πολλές αναδυόμενες οικονομίες. Χώρες όπως η Βραζιλία, η Αίγυπτος και το Μπαγκλαντές αναζητούν ενεργά ιδιωτικές επενδύσεις αντί να περιμένουν τις πλουσιότερες χώρες να τους πουν τι να κάνουν σε αντάλλαγμα για τη χορήγηση δημόσιων κονδυλίων.

Η κεντρική ιδέα είναι η ανάπτυξη «εθνικών πλατφορμών», οι οποίες παρέχουν συνεκτικά σχέδια για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης με τεχνολογία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Τα δημόσια κονδύλια εξακολουθούν να είναι απαραίτητα για την επιτάχυνση αυτής της διαδικασίας. Με την υιοθέτηση μιας συντονισμένης προσέγγισης στην κυβερνητική πολιτική, στοχεύουν στην ανάπτυξη επενδυτικών διαύλων που θα προσελκύουν κεφάλαια σε μεγάλη κλίμακα.

Τα περιορισμένα διαθέσιμα κεφάλαια όμως, πρέπει να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο. Εδώ είναι που μπαίνει η χρηματοοικονομική καινοτομία.

Οι προσπάθειες των τελευταίων ετών για τη μεγιστοποίηση του αντίκτυπου των πολυμερών αναπτυξιακών τραπεζών (MDB), όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, αποδίδουν πλέον καρπούς.

Για παράδειγμα, η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης σχεδιάζει να αγοράσει δάνεια από εμπορικές τράπεζες, να τα τιτλοποιήσει και να τα πουλήσει σε θεσμικούς επενδυτές. Η προϋπόθεση είναι ότι οι τράπεζες θα επανεπενδύσουν τα κεφάλαια σε έργα καθαρής τεχνολογίας σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Η IDB εκτιμά ότι το συνολικό ποσό για τέτοια δάνεια θα μπορούσε να ανέλθει σε 3 τρισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, αναφέρει το moneyriview.gr.

Οι MDBs, οι οποίες λειτουργούν συντηρητικά, έχουν πιθανώς μεγαλύτερη δύναμη από ό,τι πιστευόταν προηγουμένως. Η S&P Global δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η ιδιότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων ως προνομιούχων πιστωτών σημαίνει ότι μπορούν να επεκτείνουν τους ισολογισμούς τους και να διατηρήσουν την κορυφαία πιστοληπτική τους ικανότητα.

Μπορεί να έχουν συνολική επιπλέον δανειοδοτική ικανότητα άνω των 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ως αποτέλεσμα, μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα πριν χρειαστεί να αντλήσουν επιπλέον κεφάλαια, κάτι στο οποίο ο Trump θα μπορούσε να ασκήσει βέτο στις περισσότερες περιπτώσεις.

Τα ιδιωτικά κεφάλαια πιθανότατα θα ρέουν πιο ελεύθερα με τις τροποποιήσεις στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ο νέος οδικός χάρτης καλεί ρυθμιστικές αρχές όπως το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να εξετάσουν εάν οι κανόνες τους λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τους κλιματικούς κινδύνους ή εμποδίζουν τις επενδύσεις σε έργα χαμηλών εκπομπών άνθρακα σε φτωχότερες χώρες.

Οι κυβερνήσεις των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων οικονομιών μπορούν επίσης να επιβάλλουν φόρο στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα για να προωθήσουν τη μετάβαση στις καθαρές τεχνολογίες, κάτι ελκυστικό δεδομένης της περιορισμένης δημοσιονομικής ευχέρειας. Η Βραζιλία, η οποία ξεκινά τη δική της αγορά διοξειδίου του άνθρακα, προωθεί την ιδέα αυτή σε άλλες χώρες.

Πολλά έχουν ειπωθεί για το γεγονός ότι ο κόσμος δεν θα επιτύχει τον στόχο του να περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη σε 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Αυτό που έχει λάβει λιγότερη προσοχή είναι η τελευταία πρόβλεψη του ΟΗΕ ότι οι θερμοκρασίες θα αυξηθούν κατά 2,3-2,5 βαθμούς Κελσίου, πολύ χαμηλότερα από τους 6 βαθμούς που προέβλεπαν οι επιστήμονες μόλις 16 χρόνια πριν.

Παρά τις προσπάθειες του Trump, οι τεχνολογικές και γεωπολιτικές δυνάμεις σηματοδοτούν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια.


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα