Αρθρογραφία 16.09.2025, 8:45

«Δεν θα βαρεθούμε»…

Άρθρο του Μιχάλη Ψύλου

Η Ευρώπη όχι μόνο εξοπλίζεται, αλλά και διαδίδει την ιδέα ότι ο εχθρός είναι ήδη προ των πυλών. Όλα αυτά με ένα δυσανάλογα μεγάλο κοινωνικό τίμημα

Η Ευρώπη δεν φαντάζεται πλέον απλώς σενάρια κρίσης: τα δημιουργεί και τα θεσμοθετεί. Οι διάφορες κυβερνήσεις διαμορφώνουν την πολιτική και στρατιωτική ζωή, σαν η Γηραιά Ηπειρος να είναι ήδη βυθισμένη σε έναν παρατεταμένο πόλεμο.

Η «εισβολή» των ρωσικών ψεύτο-drones στο πολωνικό έδαφος και η αντίδραση του ΝΑΤΟ,που ενεργοποίησε όλη την πολεμική του μηχανή, είναι ενδεικτική. Μόνο που κάποιοι στο Κρεμλίνο θα είναι σκασμένοι στα γέλια.

Αν και είναι μάλλον απίθανο να ξεσπάσει ολομέτωπος πόλεμος στην Ευρώπη, η Ε.Ε. προετοιμάζει τους λαούς της: Να συμβιώσουν με τον πόλεμο ως μια φυσιολογική συνθήκη.

Το γαλλικό υπουργείο Υγείας με εγκύκλιο προς τα νοσοκομεία της χώρας, τα υποχρεώνει να είναι έτοιμα να περιθάλψουν έως και 50.000 τραυματίες στρατιώτες σε λιγότερο από έξι μήνες, Και αυτό είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα τεχνικό μέτρο. Είναι ένα βήμα που επαναφέρει τη δημόσια υγειονομική περίθαλψη σε μια λογική χαρακώματος, με τα νοσοκομεία να μετατρέπονται σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην πρώτη γραμμή.

Το Βερολίνο προχωρά ένα βήμα παραπέρα: Θέλει να καταστήσει την Μπούντεσβερ ως τον ισχυρότερο συμβατικό στρατό στην Ευρώπη και απογειώνει τις αμυντικές δαπάνες στα 129 δις το χρόνο ως το τέλος της δεκαετίας. Επαναφέρει επίσης τη στρατιωτική θητεία και με το «Σχέδιο για την Πολιτική Άμυνα» βλέπει τη γερμανική πρωτεύουσα υπό πολιορκία, με πολιτικά νοσοκομεία έτοιμα να λειτουργήσουν εν μέσω εκρήξεων, αστικών μαχών και απομάκρυνσης του πληθυσμού. Η ευρωπαϊκή κοινωνία δεν προετοιμάζεται πλέον για ειρήνη, αλλά για θυσίες.

Στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα

Σε όλη την Γηραιά ήπειρο επίσης, πολιτικές βιομηχανίες μετατρέπονται σε στρατιωτικές, φέρνοντας την Ευρώπη πιο κοντά στο αμερικανικό μοντέλο του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος. Ένα «σύμπλεγμα» για το οποίο, το 1961,  ο Ντουάιτ  Άιζενχαουερ στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του από την προεδρία των ΗΠΑ  είχε πει ότι «η  κοινωνία «θα πρέπει να προφυλαχθεί από την απόκτηση αδικαιολόγητης επιρροής»… γιατί «η πιθανότητα καταστροφικής ανόδου μιας ανάρμοστης εξουσίας υφίσταται και θα συνεχίζεται».

Ποιοι είναι σήμερα όμως αυτοί που αποφασίζουν και ασκούν επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων συχνά ως φορείς «ανάρμοστης εξουσίας»; Όλα όσα βιώνουμε σήμερα στην εξωτερική πολιτική της Ευρώπης, είναι το προϊόν αυτού του συμπλέγματος.

Το κοινωνικό τίμημα

Η Ευρώπη όχι μόνο εξοπλίζεται, αλλά και διαδίδει την ιδέα ότι ο εχθρός είναι ήδη προ των πυλών. Όλα αυτά με ένα δυσανάλογα μεγάλο κοινωνικό τίμημα. Όχι μόνο γιατί το κόστος του επανεξοπλισμού θα είναι σε βάρος του κράτους πρόνοιας : Νοσοκομεία, σχολεία, πανεπιστήμια και κοινωνικά συστήματα θα απορροφώνται σε μια λογική, όπου όλα είναι αναλώσιμα για την άμυνα.

Αλλά γιατί, μια κοινωνία που συνηθίζει να ζει σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, εγκαταλείπει την ιδέα του δημοκρατικού ελέγχου της πολιτικής εξουσίας. Οι πολίτες θα μετατρέπονται σε εργάτες πολέμου, ενώ ο δημοκρατικός διάλογος θα φιμώνεται στο όνομα της έκτακτης ανάγκης.

Σκληρή ηγεσία

Στη νέα εποχή βλέπουμε άλλωστε την επιστροφή των αυταρχικών ηγετών. Οι ευέλικτες μέθοδοι και οι επίπεδες ιεραρχίες έχουν πλέον εκλείψει. Πολλές χώρες  βασίζονται σε πολιτικούς που ασκούν σκληρή ηγεσία.

Η κουλτούρα αξιών, τα ευέλικτα πλαίσια ή «πολλή δημοκρατία» αυτές είναι όλες λέξεις-κλειδιά που, κατά την άποψη ορισμένων παρατηρητών, βρίσκονται σε παρακμή.
Αυτό που πολλοί απέρριπταν ως αυταρχικό μόλις πριν από λίγα χρόνια, ξαφνικά εμφανίζεται ξανά ως ελκυστικό σήμερα: ηγεσία με σκληρή πυγμή

Ψυχική πολιορκία

Η Ευρώπη προετοιμάζεται όχι τόσο για να αμυνθεί από μια ρωσική επίθεση, αλλά για να ζήσει σε μια κατάσταση ψυχικής και πολιτικής πολιορκίας, που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε διαρκή πόλεμο. Οι δύο προηγούμενοι παγκόσμιοι πόλεμοι ξεκίνησαν από την Ευρώπη και επικεντρώθηκαν εκεί, παρά το γεγονός ότι σε αυτούς συμμετείχαν χώρες από άλλες ηπείρους.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες «τραβήχτηκαν από τα μαλλιά» στον Πρώτο Παγκόσμιο και εισήλθαν στον Δεύτερο, μετά την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ. Σήμερα βλέπουμε να εξελίσσεται ένας «τμηματικός, Τρίτος Παγκόσμιος πόλεμος» . Ενας «ανεπιθύμητος» Τρίτος Παγκόσμιος, που θα οδηγούσε, στην πραγματικότητα, σε μια άμεση  σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας.

Κινεζικό προβάδισμα

Και τουλάχιστον από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, είναι κοινός τόπος ότι σε πολέμους μεταξύ περίπου εξίσου ισχυρών αντιπάλων, κερδίζει η χώρα με τα μεγαλύτερα οικονομικά και κοινωνικά αποθέματα.Ίσως κάποιος πρέπει να ψιθυρίσει στους αξιωματούχους του Πενταγώνου τι σημαίνει όταν τα πανεπιστήμια της Κίνας παράγουν έξι έως επτά φορές περισσότερους μηχανικούς κάθε χρόνο, από τους αντίστοιχους στις ΗΠΑ.

Και ίσως έχει επίσης διαρρεύσει πλέον ότι η Κίνα είναι εδώ και καιρό, και με διαφορά, η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.Ακόμη και πρόχειροι υπολογισμοί δείχνουν ότι το ΑΕΠ της Κίνας, υπολογισμένο σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, είναι δύο έως τρεις φορές μεγαλύτερο από αυτό των ΗΠΑ.Η βιομηχανική προστιθέμενη αξία της Κίνας, ύψους 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων , είναι επί του παρόντος περίπου τριπλάσια από αυτήν των ΗΠΑ, που ανέρχονται σε τέσσερα τρισεκατομμύρια δολάρια.

Ο στόχος του Τραμπ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση και θέλουν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος μέσω της επαναβιομηχανοποίησης της χώρας. Εξάγουν ουσιαστικά τρία πράγματα: αεροπλάνα, όπλα και δολάρια. Λίγο σιτάρι, καλαμπόκι και ελάχιστα άλλα. Για να επιτευχθεί αυτή η εκβιομηχάνιση, οι Αμερικανοί πρέπει να μειώσουν το χρέος τους, το οποίο είναι στρατοσφαιρικό, ξεπερνώντας τα 36 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα συνεχίσει να επιτρέπει στις ΗΠΑ να εξάγουν όπλα, τα οποία δεν θα πληρώνονται πλέον με αμερικανικά χρήματα – διαφορετικά το δημόσιο χρέος θα αυξανόταν περαιτέρω. Αλλά  αντίθετα,  να τα πληρώνουμε εμείς οι Ευρωπαίοι.

Οι Ευρωπαίοι που έχουν πλέον μόνο μία εναλλακτική: να αγοράζουν ενέργεια από τις ΗΠΑ σε τριπλάσια ή τετραπλάσια τιμή. Οι Αμερικανοί επιβάλλουν μια πολιτική διακοπής των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία, έτσι ώστε οι Ευρωπαίοι ηγέτες -που είναι πολιτικά ηλίθιοι, άπειροι ή διεφθαρμένοι- να μην μπορούν να αγοράζουν από τη Ρωσία και αντ’ αυτού να εισάγουν ενέργεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πρωταρχικός στόχος, επομένως, δεν είναι τόσο να φέρουν σε δύσκολη θέση τη Ρωσία, όσο να αναγκάσουν την Ευρώπη να βασιστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ως προμηθευτή ενέργειας. Ο Τραμπ θέλει να πλουτίσει τις εταιρείες που τον οδήγησαν στην εκλογή του.

Η «σωστή» πλευρά

Αλλά η Ευρώπη βαυκαλίζεται ότι είναι στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Οσο και αν  …μικραίνει γεωπολιτικά και οικονομικά,συνεχώς. Και αντί να κοιτάξει τι θα κάνει με την παρακμή της, «σπρώχνει» μαζί με την Αμερική, όλο και περισσότερες χώρες στην …αγκαλιά της Κίνας. Από τη Ρωσία ως την Ινδία και τη Βραζιλία ως τη Νότια Αφρική.
«Spes ultima dea» – «Η  Ελπίδα είναι η τελευταία θεότητα», έλεγαν βέβαια οι Ρωμαίοι. Ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, η ελπίδα παραμένει η τελευταία δύναμη και πηγή παρηγοριάς.

«Πολλοί κόκορες στο κοτέτσι»

Μόνο που η ελπίδα παραμένει πολύ μακρινή ειδικά σε μια Ευρώπη, κατακερματισμένη που, θυμίζει όλο και περισσότερο την παλιά παροιμία: «Πάρα πολλοί κόκορες στο κοτέτσι».
Σκέφτηκα να γράψω για όλα αυτά, ακούγοντας έναν βετεράνο πολιτικό να μού λέει: «Δεν θα βαρεθούμε» στη νέα «σχολική» σεζόν. Και στην πατρίδα μας. Οπου αναμένονται αναταράξεις, πολιτικές και οικονομικές. Καινούρια κόμματα να ξεπροβάλλουν, τόσο από δοκιμασμένους ηγέτες, αλλά και «άμωμους πολίτες των καιρών μας», που ξεπηδούν στο προσκήνιο, εκφράζοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τη σκληρή πραγματικότητα, τα σκάνδαλα και την διαφθορά.

«Εδώ και δεκαετίες είχαμε να δούμε μια τόσο…χύμα κατάσταση», όπως μού είπε χαρακτηριστικά. Πολλοί οι κόκορες, αλλά το κοτέτσι έχει έναν σκληρό ιδιοκτήτη, που δεν θα τα παρατήσει εύκολα. Το αντίθετο μάλιστα. Είναι «κακό παιδί» και θα προσπαθεί όλο και περισσότερο να δαγκώνει όσους εποφθαλμιούν το …κοτέτσι. Και δεν ορρωδεί προ ουδενός!

«Δεν θα βαρεθούμε λοιπόν; τον ρώτησα ξανά και ξανά, για να απαντήσει πικρόχολα: «Μα, καθόλου»…

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο naftemporiki.gr


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα