Από την αρχή του έτους έως το τέλος Σεπτεμβρίου είχαν καταγγελθεί 1.151 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στην Κρήτη
Όλο και περισσότερες γυναίκες καταφέρνουν να ξεπεράσουν τον φόβο τους και να καταγγείλουν τους κακοποιητές τους, όπως δείχνει η αύξηση των καταγγελιών περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας που καταγράφει η 2η έκθεση του Παρατηρητηρίου για τη βία κατά των γυναικών στην Κρήτη. Το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο καθώς από την αρχή του έτους έως το τέλος Σεπτεμβρίου είχαν καταγγελθεί 1.151 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στην Κρήτη, δηλαδή 4 περιστατικά την ημέρα.
Οι ιστορίες τεσσάρων γυναικών που προχώρησαν σε καταγγελία και περιγράφονται στην έκθεση δείχνουν πόσο σημαντικό είναι να υποδέχεται την καταγγελία εξειδικευμένο προσωπικό που μπορεί να εκτιμήσει τον κίνδυνο και να υποστηρίξει τις γυναίκες να κινηθούν με ασφάλεια μετά το πρώτο βήμα, αυτό της καταγγελίας. «Δεν είναι ωραίο να φύγεις. Σαν να επιβεβαιώνεις ότι το βάζεις στα πόδια», «συμβούλεψε» δικηγόρος την Α, γυναίκα θύμα ενδοοικογενειακής βίας που κατέφυγε στο γραφείο του και του είπε ότι σκέφτεται να φύγει από το σπίτι. Το μήνυμα της γυναίκας ήταν «δεν αισθάνομαι ασφάλεια». Όμως ο δικηγόρος, χωρίς να έχει την επιστημονική αρμοδιότητα και τις γνώσεις, συμβουλεύει το θύμα να παραμείνει με τον κακοποιητή του για να αποδείξει(!) ότι δεν το βάζει στα πόδια. Δεν είναι ηλίου φαεινότερον ότι όταν κινδυνεύει η ζωή σου τρέχεις με όλη σου τη δύναμη μακριά από τον κίνδυνο; Η έκθεση επισημαίνει ότι η παροχή συμβουλών που αγνοούν την ασφάλεια, τις ανάγκες, τις επιθυμίες του θύματος επιδεινώνει την κατάσταση σύγχυσης που ήδη βιώνει. Ευτυχώς η Α τελικά προχώρησε σε καταγγελία και υποστηρίζεται από στέλεχος του Φορέα Υποστήριξης Επιζωσών.
Η ακτινογραφία 21.865 καταγγελιών ενδοοικογενειακής βίας
Η περίπτωση της Β είναι ακόμη πιο τρομακτική. Ο σύζυγός της, ο οποίος ασκεί σεξουαλική βία εναντίον της, της εκμυστηρεύεται ότι «εδώ και καιρό κάνει σκέψεις ότι θα σκοτώσει μια γυναίκα». Της διηγείται πώς προετοιμάζεται: διαβάζει όλα τα δημοσιεύματα που αφορούν το έγκλημα στα Γλυκά Νερά και πώς ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, που είναι το ίνδαλμά του, σκότωσε τη γυναίκα του. «Βρήκα μάσκες, σχοινιά και έχει κάνει παραγγελία όπλου από το δικό μου email», εμπιστεύεται στην ψυχολόγο του Φορέα Υποστήριξης Επιζωσών. Σε μια κρίση ζήλιας ο σύζυγος τη χτυπάει με μεγάλη βιαιότητα και την πιέζει για σεξουαλική επαφή. Η Β επικοινωνεί με την Αστυνομία και κάνει την πρώτη καταγγελία και ο θύτης έπειτα από εξέταση ψυχιάτρου εισάγεται σε ψυχιατρική κλινική. Οταν η νοσηλεία του τελειώνει, αρχίζει να επικοινωνεί με τη Β τηλεφωνικά για να της εκφράσει τη μεταμέλειά του. «Μοναδική μου έγνοια είναι να σώσουμε τον γάμο μας και θα κάνω τα πάντα γι’ αυτό». Ομως όταν εκείνη αρνείται να επιστρέψει κοντά του, γίνεται και πάλι βίαιος, την απειλεί και τη βρίζει δημοσίως.
«Δεν είναι ωραίο να φύγεις. Σαν να επιβεβαιώνεις ότι το βάζεις στα πόδια», συμβούλευσε δικηγόρος την Α.
Η Β καταφεύγει και πάλι στην Αστυνομία, για να λάβει την απάντηση «κάνατε τόσο κόπο να έρθετε έως εδώ και ζητάτε από εμάς τα ρέστα να σας βρούμε λύση;». Επικοινωνεί με την ψυχολόγο του Φορέα Υποστήριξης Επιζωσών και με παρότρυνσή της προχωρεί σε τρίτη καταγγελία, οπότε και ορίζεται επιτέλους δικάσιμος για όλες τις καταγγελίες. Οδηγείται για κατάθεση συνοδεία περιπολικού. Ο θύτης συλλαμβάνεται. Σε αυτή τη δεύτερη υπόθεση είναι σαφές ότι «η αξιολόγηση από την πλευρά της Αστυνομίας είναι ανεπαρκής σε σχέση με τη σοβαρότητα της κατάστασης», επισημαίνεται στην έκθεση, ενώ δεν υπήρξε η αναγκαία συνεργασία μεταξύ της ψυχιατρικής κλινικής, της Αστυνομίας και των δικαστικών αρχών.
Πάντα ένα κουμπί δεν λειτουργεί
Στην τρίτη περίπτωση, η Γ, αφού χτυπήθηκε πολύ σοβαρά από τον σύζυγό της, μετά δυσκολίας περπατούσε, αλλά κατάφερε να διαφύγει και να φθάσει στο νοσοκομείο. Χρειάστηκε να περιμένει ώρες, οπότε τελικά αποφάσισε να φύγει. Στο μεταξύ, ο άνδρας της είχε πάρει τα παιδιά τους και είχε εξαφανιστεί. Οταν αποφάσισε να κάνει καταγγελία, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής της πιέστηκε από τους αστυνομικούς: «Πότε επιτέλους θα μιλήσεις, όταν θα σε σκοτώσει;», «μήπως περιμένεις να είσαι το επόμενο θύμα γυναικοκτονίας;». Ο δράστης τελικά συνελήφθη, αλλά η ίδια αρνείται να μιλήσει σε οποιονδήποτε γιατί όπως επαναλαμβάνει «κανείς δεν μπορεί να την καταλάβει». Η δημιουργία επιπρόσθετου φόβου δεν βοηθάει τον άνθρωπο που έχει υποστεί τραύμα, επισημαίνεται στην έκθεση σε σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση.
«Μήπως τον απατούσατε;»
Στην τέταρτη περίπτωση, η Δ πηγαίνει στο νοσοκομείο μετά από βίαιη επίθεση του συντρόφου της. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης η γυναίκα αναγκάστηκε να κλειστεί στο υπνοδωμάτιο για να γλιτώσει από την οργή του δράστη. Οι γείτονες έσπασαν το παράθυρο και μπήκαν στο υπνοδωμάτιο για να προστατεύσουν τη γυναίκα και να σταματήσουν τον δράστη, ο οποίος έσπαγε ό,τι υπήρχε μέσα στο σπίτι. Οταν πήγε στην Αστυνομία να υποβάλει μήνυση στη διάρκεια της κατάθεσής της τη ρώτησαν «μήπως και εσείς τον απατούσατε, γι’ αυτό σας έσπασε το σπίτι;». Η Δ εξηγεί στην Αστυνομία ότι έφυγε από το σπίτι χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, με τις πιτζάμες, γιατί φοβάται τον δράστη που είναι ένοπλος. Χρειάστηκε όμως να απειληθεί ξανά, ενώ διέμενε σε φιλικό της σπίτι, και να γίνει νέα καταγγελία, οπότε με την παρέμβαση και του στελέχους υπηρεσίας του Φορέα Υποστήριξης Επιζωσών να συλληφθεί τελικά ο δράστης. Το Παρατηρητήριο υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος BUILD, με φορέα υλοποίησης τον Σύνδεσμο Μελών Γυναικείων Σωματείων Ηρακλείου και Ν. Ηρακλείου. Σκοπός του είναι να συμβάλει στην ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των εμπλεκόμενων επαγγελματιών (Εισαγγελία, Αστυνομία, δικηγορικοί σύλλογοι, γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικές υπηρεσίες, ψυχολόγοι) για την καλύτερη ανταπόκριση στο φαινόμενο και τη μεγιστοποίηση της προστασίας της επιζώσας.
Πηγή: kathimerini.gr
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα