Αρθρογραφία 03.12.2024, 14:48

Το γούστο του κάθε χρήστη

Της Μαρίας Κατσουνάκη – Στο αμφιθέατρο Σάκη Καράγιωργα ΙΙ, στο Πάντειο, υπήρχε μεγάλη προσέλευση το προηγούμενο Σάββατο βράδυ, για το τελευταίο στρογγυλό τραπέζι του τριήμερου συνεδρίου «Η κινηματογραφική κριτική στην Ελλάδα: Ιστορικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις». Τα πρόσωπα του πάνελ ήταν νέοι κριτικοί που γράφουν σε ψηφιακές πλατφόρμες ή εμφανίζονται σε συνδρομητικά κανάλια ή διατηρούν το δικό τους προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ), όλοι, πάντως, με αναγνωρίσιμη υπογραφή που έχει το κοινό της.

Τίτλος, εξάλλου, της τελευταίας αυτής συνάντησης ήταν «Η κινηματογραφική κριτική στην εποχή των ΜΚΔ. Δημοκρατικοποίηση ή έκπτωση του κριτικού λόγου;». Συντόνιζε ο καθηγητής του Παντείου Χρήστος Δερμεντζόπουλος, εκ των διοργανωτών του συνεδρίου (μαζί με το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και το Université de Poitiers).

Νέοι άνθρωποι, φοιτητές οι περισσότεροι, αλλά και μεγαλύτερες ηλικίες με συγγενές γνωστικό αντικείμενο, επαγγελματίες ή φίλοι του σινεμά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ήταν εκεί, ενεργοί, με διάθεση συμμετοχής. Ηταν μάλλον αναπάντεχη η ανταπόκριση και τις τρεις ημέρες. Αναμείχθηκαν διαφορετικές γενιές –άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους–, εποχές και προσεγγίσεις της κινηματογραφικής εικόνας. Κάποιοι ίσως και να μετακινήθηκαν λίγο από την αρχική τους θέση, να επηρεάστηκαν, να διαφωτίστηκαν, να απόρησαν ή να κράτησαν τις επιφυλάξεις τους. Παρά το, αναπόφευκτα, ακαδημαϊκό περιεχόμενο των περισσότερων από τις 73 εισηγήσεις, οι ζυμώσεις έγιναν, η επαφή με έναν ευρύτερα κοινωνικό προβληματισμό κρατήθηκε ανοικτή και αλληλοτροφοδοτούμενη.

«Ακόμη και στη σημερινή συγκυρία των ΜΚΔ που ο θεατής μετασχηματίζεται ο ίδιος σε κριτικό και, πολλές φορές, αντικαθιστά τον επαγγελματία ή τον σινεφίλ, επιδιώκοντας να κυριαρχήσει στο πεδίο, η κριτική συνεχίζει να μεταμορφώνεται αλλά, ταυτόχρονα, να κατέχει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο τόσο στην παραγωγή νοήματος όσο και στην προώθηση εμπορικών προϊόντων, τόσο στην κριτική του επιστητού όσο και στην αναπαραγωγή του υπαρκτού», ανέφερε ο κ. Δερμεντζόπουλος. Το ερώτημα παραμένει: Στην εποχή που η ψηφιακή δημόσια σφαίρα είναι γιγαντωμένη και ανεξέλεγκτη, και το προσωπικό γούστο του κάθε χρήστη ορίζεται ως «κριτική», τι απομένει για τους κριτικούς; Ποιος είναι ο ρόλος τους, πώς εδραιώνεται, πώς οροθετείται; Υπάρχει αναγνωστικό κοινό για τις κριτικές ή απλώς οι ενδιαφερόμενοι μετρούν τα «αστεράκια» και κάνουν τις επιλογές τους;

Από τη δεκαετία του ’60 έως και τα τέλη του ’90 (αρχές του 2000), που τα κινηματογραφικά περιοδικά είχαν θέση και λόγο (ύπαρξης), το γούστο διαμορφωνόταν από ανθρώπους αφιερωμένους στην 7η Τέχνη, με τον τρόπο του ο καθένας. Αλλος ήταν αναλυτικός, άλλος πολιτικός, άλλος αμιγώς θεωρητικός, ίσως υπερβολικά σύνθετος, κάποιος γλαφυρός. Οι κινηματογραφικές κριτικές δεν είναι ανεξάρτητες ούτε από τους καιρούς ούτε από τις απαιτήσεις (τα ρεύματα, τις αναζητήσεις, τις τάσεις) που αναπτύσσονται. Δεν παράγονται εν κενώ οι κριτικές. Είναι απότοκα της κάθε εποχής.

Προσωπικά, δεν θυμάμαι αν πρώτα διάβασα για τον Καρλ Ντράγιερ, στον «Σύγχρονο Κινηματογράφο», από τον Μισέλ Δημόπουλο (αρ. τεύχους 20, έτος 1979, τιμή: δραχμές 100) ή αν πρώτα είδα τη «Γερτρούδη». Ομολογώ δεν θυμάμαι αν προηγήθηκε η ανάγνωση ή η θέαση.

Σήμερα είναι αλλιώς, γιατί έχει αλλάξει και η σχέση μας με την ανάγνωση. Και κυρίως η συγκέντρωση σε ένα θέμα· περνάμε με ταχύτητα από το ένα στο άλλο. Πληροφορούμαστε φευγαλέα, σκρολάροντας στην οθόνη ή αυξάνοντας τα «views» ενός κειμένου. Σημαίνει αυτό και διεργασία μάθησης; Είμαστε απλώς ενήμεροι ή ταυτόχρονα εκπαιδευόμαστε; Μήπως η πολυδιάσπαση φέρνει και την ψυχική απόσταση από αυτά που αγαπάμε;

Το προφίλ ενός κριτικού κινηματογράφου δεν είναι ενιαίο. Δεν μεταφέρεται «άκαμπτο», ως προσωπείο, στον χρόνο. Ενσωματώνει τις ανάγκες και τη «γλώσσα» της κάθε εποχής· τον τρόπο να βλέπουμε και να επικοινωνούμε.

(πρώτη δημοσίευση kathimerini.gr)


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα