Αρθρογραφία 26.09.2025, 8:12

Η Ευρώπη στο σταυροδρόμι της οργής

Μαριος Καλέας –  Αν η Ευρώπη, ωστόσο, στο όνομα της ασφάλειας, επιλέξει τημονόπλευρη λύση της γενικευμένης καταστολής, κινδυνεύει να υπονομεύσει τις ίδιες τις αρχές πάνω στις οποίες θεμελιώθηκε.


«Ξυπνήστε, άνθρωποι. Ξυπνήστε! Καθώς σας τρομάζει ο φόβος σας να πάτε κόντρα στο ρεύμα – δηλαδή, να φανείτε ρατσιστές – δεν καταλαβαίνετε ή δεν θέλετε να καταλάβετε ότι μια αντίστροφη Σταυροφορία βρίσκεται σε εξέλιξη.

Συνηθισμένοι στον δισταγμό, τυφλωμένοι από μυωπία, δεν καταλαβαίνετε ή δεν θέλετε να καταλάβετε ότι ένας θρησκευτικός πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη. Επιθυμητός και κηρυχθείς από ένα περιθώριο αυτής της θρησκείας, ίσως, αλλά παρόλα αυτά ένας θρησκευτικός πόλεμος. Ένας πόλεμος που τον ονομάζουν Τζιχάντ. Ιερός Πόλεμος»

«Επειδή υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες Οσάμα Μπιν Λάντεν μέχρι τώρα, και δεν βρίσκονται μόνο στο Αφγανιστάν ή σε άλλες αραβικές χώρες. Είναι παντού, και οι πιο σκληραγωγημένοι βρίσκονται ακριβώς στον δυτικό κόσμο. Στις πόλεις μας, στους δρόμους μας, στα πανεπιστήμιά μας, στα γέφυρες της τεχνολογίας.

Αυτής της τεχνολογίας που μπορεί να χειριστεί κάθε ηλίθιος. Η Σταυροφορία βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και αρκετό καιρό. Λειτουργεί σαν ελβετικό ρολόι, στηριγμένη σε μια πίστη και μια κακία συγκρίσιμη μόνο με την πίστη και την κακία του Τορκεμάδα όταν ηγήθηκε της Ιεράς Εξέτασης.

Το γεγονός είναι ότι η αντιμετώπισή τους είναι αδύνατη. Η συλλογιστική, αδιανόητη. Η αντιμετώπισή τους με επιείκεια, ανοχή ή ελπίδα, αυτοκτονία. Όποιος σκέφτεται διαφορετικά είναι αυταπάτη.»

Διαβάζοντας κανείς τα ανωτέρω αποσπάσματα θα πίστευε ότι προέρχονται από την «πύρινη» πολιτική τοποθέτηση κάποιας ακροδεξιάς περσόνας της εποχής μας ή ό,τι αποτελούν μέρος πρόσφατης δήλωσης κάποιου λαϊκιστή πολιτικού, ο οποίος μέσω της μισαλλόδοξης ρητορικής στοχεύει σε εφήμερα πολιτικά οφέλη και όψιμη απογείωση της προδιαγεγραμμένης σύντομης καριέρας του.

Ο Νάϊτζελ Φάρατζ ή ο εκλιπών μπαμπάς Λεπέν θα μπορούσαν να ήταν δύο εξαιρετικοί υποψήφιοι που θα διαγωνίζονταν μέχρι τελευταίας ρανίδας του αγγλοσαξονικού ή φλαμανδικού, αντίστοιχα, αμόλυντου αίματός τους για τα πνευματικά δικαιώματα αυτών των αποσπασμάτων.

Κάποιοι άλλοι αναγνώστες, περισσότερο ευαισθητοποιημένοι, με γνωστικό υπόβαθρο στον τομέα της μετανάστευσης ίσως έμπαιναν στον πειρασμό να αποδώσουν τα κείμενα αυτά είτε στον Τσάρλι Κέρκ και στο Maga κίνημα, είτε στο Βρετανό βουλευτή των Συντηρητικών, Ένοχ Πάουελ, που έμεινε στην ιστορία για την πολιτική του καρατόμηση μετά την εκφώνηση των «Ποταμών αίματος», της γνωστής δηλαδή ομιλίας του στο Μπερμινγχαμ το 1968, όπου για πρώτη φορά διατυπώθηκε εμμέσως η θεωρία της πληθυσμιακής «εισβολής».

Τέλος, ίσως κάποιοι περισσότερο τοπικιστές και «κολλημένοι» με την ελληνική πραγματικότητα να θεωρούσαν ως βασικό εμπνευστή των κειμένων αυτών τον πρώην Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάκη Βορίδη, που τείνει λόγω της ιδεολογικής του συνέπειας να θεωρείται από τους κομματικούς του αντιπάλους ως ξενοφοβική κολυμπήθρα του Σιλωάμ.

Μάλιστα, πολλοί εκ των αναγνωστών όντες και ούσες σίγουροι/ες περί του αντιδραστικού χαρακτήρα των κειμένων απόρροια της τοξικής προσωπικότητας των πιθανολογούμενων συγγραφέων τους, θα ήταν έτοιμοι να εξαπολύσουν «μύδρους» εναντίον του ρατσιστικού παραληρήματος που υποβόσκει σε αυτές τις δύο βιβλιογραφικές αναφορές και να διαρρήξουν τα ιμάτια τους αναφορικά με το υποκινούμενο φυλετικό και θρησκευτικό μίσος από το οποίο διακατέχονται.

Το πρόβλημα, όμως, γεννάται και η αμηχανία ανακύπτει όταν αποδεικνύεται ότι τα παραπάνω αποσπάσματα δεν συνιστούν υποκεφάλαιο στο εγχειρίδιο της Ευγονικής του Φράνσις Γκάλτον αλλά αναφορές από το βιβλίο της Οριάνα Φαλάτσι, «Η οργή και η περηφάνεια» (The Rageand the Pride).

Για όσους δεν το γνωρίζουν ή το έχουν ξεχάσει, η Οριάννα Φαλάτσι υπήρξε μια από τις γνωστότερες Ιταλίδες δημοσιογράφους, πολεμική ανταποκρίτρια αλλά και πολυγραφότατη συγγραφέας.

Ενεργή στις πολιτικές εξελίξεις σε όλη την διάρκεια της ζωής της, κάλυψεδημοσιογραφικά τους σημαντικότερους πολέμους της δεκαετίας του 1970 αλλά και τις αιματηρές επαναστάσεις που διαδραματίστηκαν μεταξύ 1960 και 1980.

Συναντήθηκε με τις σπουδαιότερες πολιτικές προσωπικότητες και πήρε συνεντεύξεις από τα πιο ισχυρά και διάσημα πρόσωπα της εποχής της, οι οποίες έχουν εκδοθεί σε βιβλίο με τίτλο Intervista con la storia.Με τη χώρα μας είχε ένα επιπλέον δέσιμο εξαιτίας της σχέσεως της με τον Αλέκο Παναγούλη.

Ήταν μια προσωπικότητα που αγωνίστηκε με πάθος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπερασπίστηκε την ισονομία και την ισότητα των φύλων και σε όλη τη διάρκεια της ζωής της αγωνίστηκε ενάντια στην καταπίεση, την επιβολή, τη διαφθορά και την αυθαιρεσία των ολίγων.

Τα κείμενά της υπήρξαν σύμβολο της ανεξαρτησίας, μια φωνή που πολέμησε το δογματισμό και το θρησκευτικό σκοταδισμό, μια προσωπικότητα που όσον και εάν προσπάθησαν, δεν μπόρεσαν να εντάξουν σε κανένα κομματικό στερεότυπο.

Τι μεσολάβησε, λοιπόν, προκειμένου ένας πολυσχιδής άνθρωπος, ένας ακέραιος χαρακτήρας, μια γυναίκα με ιδανικά και επαναστατικά ιδεώδη, να φτάσει στο σημείο να προσυπογράψει στο βιβλίο της την καταδίκη της αξιακής βάσης του Ισλάμ;

Πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που αφιέρωσε την ύπαρξή της για να αναδείξει τον αγώνα των απανταχού φτωχών και καταπιεσμένων ενάντια στην καπιταλιστική καθεστηκυία τάξη, να εφορμά εναντίον των Σομαλών φτωχοδιαβόλων που «κατέλαβαν» με τις σκηνές τους την κεντρική πλατεία της Φλωρεντίας χαρακτηρίζοντας τους απεχθείς εισβολείς; Και κατά πόσο συνάδει σε μια υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η ευθεία αντιπαράθεση με όσους αποτελούν θύματα στυγνής εκμετάλλευσης και γρανάζι στη μηχανή της λαθροδιακίνησης;

Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι από τη στιγμή που οι εύλογες ανησυχίες των περασμένων δεκαετιών για την ανεξέλεγκτη μαζική μετανάστευση, και κυρίως της επιπτώσεις της στην ασφάλεια, την κοινωνική συνοχή, την επιβάρυνση των υποδομών, την υποβάθμιση των κοινωνικών υπηρεσιών και τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, χλευάστηκαν και αποδομήθηκαν ως παράλογες και αντίθετες με τη «φυσική ροή» των πραγμάτων, απόψεις, άλλοτε τεκμηριωμένες και άλλοτε στα όρια της καφενειακής συζήτησης, περί συγκρούσεως πολιτισμών, πληθυσμιακής εισβολής και δημογραφικής αλλοίωσης έρχονται πλέον να κερδίσουν έδαφος στη δημόσια σφαίρα και σε ευρύ μέρος του πολιτικού φάσματος με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο λήψης μέτρων.

Τα μέτρα αυτά δεν είναι μονοπώλιο των συντηρητικών κομμάτων ούτε των λεγόμενων «ακροδεξιών» σχηματισμών. Είναι θέσεις που συχνάδιατυπώνονται πλέον ανοιχτά και από άτομα με βαθιά φιλελεύθερες και προοδευτικές καταβολές, από προσωπικότητες που διαθέτουν το θάρρος να πουν την άποψή τους ακόμη κι όταν αυτή δεν είναι βολική ή δεν «ταΐζει» τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς με τα εκατομμύρια των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων.

Είναι γνωστό τοις πάσι ότι η δράση (ή η αδράνεια) επιφέρει αναπόφευκτες αντιδράσεις και ως εκ τούτου ήταν νομοτελειακό ότι ο στρουθοκαμηλισμός της Ευρώπης να διαχειριστεί έγκαιρα την παράνομη μετανάστευση θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα σε αντίμετρα δραστικά και άνευ προηγουμένου.

Προσφάτως η Αυστρία και η Γερμανία κάθισαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Ταλιμπάν για να επιτύχουν την απέλαση στο Αφγανιστάν λίγων δεκάδων Αφγανών καταδικασμένων για ποινικά αδικήματα. Μια κίνηση λιγότερο πρακτικής αξίας και περισσότερο για το πολιτικό θεαθήναι και τον καθησυχασμό της κοινής γνώμης που όμως αναδεικνύει την απόγνωση στην οποία έχουν περιέλθει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ευρισκόμενες αντιμέτωπες με το αδιέξοδο της διαχείρισης εκατομμυρίων εκτοπισμένων στα εδάφη τους.

Μπροστά στο να διορθωθούν, ωστόσο, τα αποτελέσματα των καταστροφικών πολιτικών των ανοιχτών συνόρωνπου εφαρμόστηκαν αφελώς όλα τα προηγούμενα χρόνια, και προκειμένου να αποφορτιστεί το άκρως δικαιολογημένα καταπιεσμένο θυμικό των ευρωπαίων πολιτών που βιώσαν τη σταδιακή συρρίκνωση της ποιότητας της ζωής τους χάριν των ολίγων, ελλοχεύει ο κίνδυνος να απομαγνητιστεί η ηθική πυξίδα της Ευρώπης και να οδηγηθούμε σε ακρότητες.

Το να κατηγορούμε για παράδειγμα το Ισλάμ συλλήβδην για επεκτατισμό και να το ταυτίζουμε με τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη αποτελεί μια επικίνδυνη απλοποίηση. Μια γενίκευση που νομιμοποιεί τον συλλογικό στιγματισμό και την ποινικοποίηση της διαφορετικότητας δυναμιτίζοντας τα θεμέλια κάθε προοπτικής ειρηνικής συνύπαρξης εντός της ηπείρου.

Ο πραγματικός κίνδυνος που ελλοχεύει, συνεπώς, δεν είναι μόνο η παρατηρούμενη αύξηση των ακραίων ισλαμιστικών θυλάκων, αλλά και η ταυτόχρονη ενίσχυση του εσωτερικού εξτρεμισμού στις δυτικές κοινωνίες, είτε με τη μορφή της ισλαμοφοβίας είτε με την αναβίωση κινημάτων που τρέφονται από τον φόβο, ως απότοκο της παρελθούσης εμμονικής πολιτικής προστασίας των λίγων που παραγνώριζε τις ανάγκες των πολλών.

Οι φονταμενταλιστές, οι θρησκόληπτοι και οι φανατικοί υπήρχαν εκατέρωθεν ανά τους αιώνες. Η ανωτερότητα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού έγκειται μεταξύ άλλων ότι κατάφερε διαχρονικά να τους περιορίσει, να αναχαιτίσει τη δράση τους και να τους καταστήσει γραφικούςπροωθώντας το σεβασμό και την ανεκτικότητα, την ώρα που σε άλλες ηπείρους οι γάμοι ενηλίκων με δωδεκάχρονα παιδιά, οι βιασμοί γυναικών και η υποβολή τους σε αναγκαστική κλειτοριδεκτομή, οι λιθοβολισμοί «απίστων» και η ανατίναξη με εκρηκτικά μέσα σε χριστιανικούς ναούς είναι κάτι το αξιακά παραδεκτό που συχνά λαμβάνει και τα εύσημα της κοινότητας.

Εν κατακλείδι, η ανάγκη για μέτρα ασφαλείας απέναντι σε κάθε μορφή βίας είναι αδιαμφισβήτητη και απολύτως αναγκαία. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες ούτε μπορούν να λειτουργήσουν σε καθεστώς φόβου ούτε να επιτρέψουν την αμφισβήτηση της κανονικότητας τους όπως αυτή διαμορφώθηκε με αγώνες αιώνων.

Αν η Ευρώπη, ωστόσο, στο όνομα της ασφάλειας, επιλέξει τημονόπλευρη λύση της γενικευμένης καταστολής, κινδυνεύει να υπονομεύσει τις ίδιες τις αρχές πάνω στις οποίες θεμελιώθηκε.

Έτσι, ο ορατός κίνδυνος δεν περιορίζεται μόνο στην «εισβολή» του ξένου, αλλά επεκτείνεται ταυτόχρονα στη διάβρωση του ίδιου του ευρωπαϊκού δημοκρατικού μοντέλου εκ των έσω. Και εφόσον κάτι τέτοιο συμβεί, δηλαδή απωλέσει η Ευρώπη τον αξιακό της πυρήνα θα είναι ακόμα πιο τρωτή και ευάλωτη όπως συμβαίνει με κάθε συνονθύλευμα ετερόκλιτων και αντίρροπων δυνάμεων που στο τέλος καταρρέει ως χάρτινος πύργος.

Πηγή: tovima.gr


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα