Αρθρογραφία 18.11.2024, 13:06

Τι θέλει ο Τραμπ για την Ουκρανία

Του Κωνσταντίνου Φίλη – Τα μηνύματα από τους διορισμούς των υπουργών του Ντόναλντ Τραμπ είναι αμφίσημα. Στην Ευρώπη υπήρξε αρχικά ανακούφιση με την τοποθέτηση του Μάρκο Ρούμπιο στη θέση του υπουργού Εξωτερικών και του Μάικ Γουόλτς ως συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, η οποία, ωστόσο, στη συνέχεια έγινε ανησυχία με τους διορισμούς του Πιτ Χέγκσεθ στη θέση του υπουργού Αμυνας και της Τάλσι Γκάμπαρντ ως συντονίστριας των υπηρεσιών πληροφοριών.

Ενα από τα κυρίαρχα ζητήματα που απασχολούν την Ευρώπη αλλά και την Ελλάδα είναι η κατάληξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ανάλογα τον τρόπο θα γίνουν αντιληπτές οι προθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ, ενώ θα ενθαρρυνθούν αλλά και θα αποθαρρυνθούν ανάλογα αναθεωρητές και υπερασπιστές της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων.

Ορισμένοι ελπίζουν ότι υπουργοί, των οποίων ο λόγος έχει ειδικό βάρος, όπως ο Ρούμπιο, θα επηρεάσουν τον Τραμπ στις τελικές αποφάσεις. Αυτό μεν δεν αποκλείεται, εντούτοις, περισσότερο θα μετρήσουν δύο στοιχεία: η πεποίθηση του Τραμπ ότι είναι κορυφαίος deal maker και η πολιτική του κληρονομιά. Επομένως ο στόχος του, τον οποίο θεωρεί απολύτως εφικτό –γι’ αυτό άλλωστε έχει δεσμευτεί ότι θα τον υλοποιήσει– είναι ο τερματισμός των δύο πολέμων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή.

Ασφαλώς οι όροι της διευθέτησης είναι που κάνουν τη διαφορά, όμως για τον Τραμπ αυτοί μπορεί να είναι ψιλά γράμματα, τόσο γιατί δεν διακυβεύεται κάτι κρίσιμο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και γιατί στο τέλος της ημέρας αυτό που θα μετρήσει είναι η λύση, ώστε η Ουάσιγκτον να έχει ήσυχο το κεφάλι της και να στραφεί στην ανάσχεση της μεγάλης κατ’ αυτήν απειλής, που είναι η Κίνα. Αυτή η άποψη είναι απλοϊκή, όμως ο Τραμπ φαίνεται ότι θεωρεί πως η χώρα του είναι ικανή να απορροφήσει τις όποιες συνέπειες, ακόμη και συνθηκολόγησης της Ουκρανίας.

Από την άλλη, είναι εξίσου απλοϊκό να πιστεύουμε ότι η Ουάσιγκτον θα δεχθεί ή θα προωθήσει οποιαδήποτε λύση στο Ουκρανικό, που θα ικανοποιεί πλήρως ή σε μεγάλο βαθμό τη Ρωσία, γιατί τότε πέραν του γοήτρου της, που θα τρωθεί περαιτέρω, θα φανεί ότι δεν είναι ικανή να υπερασπιστεί τους συμμάχους της. Οσο αδιάφορο κι αν τυχόν είναι αυτό στον Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επενδύσει τεράστιο διπλωματικό κεφάλαιο αλλά και πακτωλό χρημάτων στην Ουκρανία για να αφομοιώσουν μία συμφωνία συνθηκολόγησης της τελευταίας.

Αλλωστε, η αμερικανική αμυντική βιομηχανία, που έχει ισχυρές προσβάσεις στον Τραμπ, όπως και οι κατασκευαστικές εταιρείες, θα ήθελαν την επόμενη μέρα να έχουν μερίδιο της πίτας, από τη μια της ενίσχυσης των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και από την άλλη της ανοικοδόμησης μιας μερικώς κατεστραμμένης χώρας.

Το ιδανικό σενάριο λοιπόν για τον Τραμπ θα είναι να σταματήσει τον πόλεμο σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, στην πρώτη περίπτωση με καλύτερους όρους από ό,τι πιθανόν θα το έκανε ο Μπάιντεν. Αν όμως θέλει μία εσπευσμένη λύση, τότε αυτή δεν θα είναι η καλύτερη δυνατή. Πάντως, σε σημαντικό βαθμό εξαρτάται και από τον Πούτιν και δεν αποκλείεται ο Τραμπ να του ασκήσει πίεση ή και να στραφεί εις βάρος του, αν θεωρήσει ότι προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να πετύχει μια μονομερή υπέρ των ρωσικών συμφερόντων συμφωνία.

Για την υστεροφημία του Τραμπ, ο οποίος έχει δηλώσει πως θέλει να φέρει την ειρήνη σε όλο τον κόσμο, ένα σοβαρό ενδεχόμενο θα ήταν να προσπαθήσει να πετύχει κι άλλες διευθετήσεις και μάλιστα σε περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως είναι το Αιγαίο, η ανατολική Μεσόγειος, αλλά και τα Βαλκάνια. Θεωρεί εξάλλου πως η αντισυμβατικότητά του σε σχέση με την αμερικανική γραφειοκρατία και ο απρόβλεπτος χαρακτήρας του αποτελούν διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Αλλωστε, επί Τραμπ προωθήθηκαν οι συμφωνίες του Αβραάμ, οι οποίες δεν είχαν αποκλειστικό γνώμονα τη βελτίωση των σχέσεων του Ισραήλ με αραβικές χώρες, αλλά και την εμπέδωση της αντίληψης απευθείας διευθέτησης προβλημάτων που ταλανίζουν τις σχέσεις των περιφερειακών δρώντων, χωρίς την εμπλοκή τρίτων και ειδικότερα των Αμερικανών. Οι τελευταίοι δύνανται παντοιοτρόπως να ασκούν πίεση ή και να ενθαρρύνουν τα εμπλεκόμενα μέρη να επιλύσουν τις διαφορές τους. Στη δε περίπτωση του Τραμπ, αν διαβλέπει ή έχει πειστεί για τα απτά οφέλη επίτευξης μιας συμφωνίας, θα το κάνει με τη γνωστή του απολυτότητα και χωρίς να υπηρετήσει βασικές αρχές. Ηδη στη Σερβία (μάλλον πρόωρα) πανηγυρίζουν, προσβλέποντας σε υπέρ τους παρέμβασή του σε σχέση με το Κόσοβο. Στα καθ’ ημάς, ανάμεσα στα διάφορα σενάρια, αυτό της συνολικής λύσης στην ευρύτερη περιοχή δεν πρέπει να αποκλειστεί. Οπως όμως και οι εκπλήξεις, αναλογιζόμενοι τη συνάντηση Ελον Μασκ – Ιρανού μόνιμου πρεσβευτή στον ΟΗΕ, αλλά και την επιρροή του πρώτου στον Τραμπ.

O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA) και καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.


Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα