Του Δημήτρη Γ. Παπαδοκωστόπουλου-Στον αντίποδα της πραγματικότητας περί την οικονομία που μαρτυρούν τα ποιοτικά στοιχεία, επιλέγεται η προπαγάνδιση μιας άλλης πραγματικότητας που είναι έμπλεη επιτυχιών, που δεν αντιστοιχούν όμως σε βελτίωση της ποιότητας της ζωής των Ελλήνων
Από τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα προκύπτει ότι στο σημαντικότερο τρίμηνο του έτους, που είναι το τρίτο, το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε με ρυθμό 1,97% και τούτο παρά το ότι η ιδιωτική κατανάλωση (η μοναδική, δυστυχώς, ατμομηχανή της οικονομίας) κατέγραψε ρυθμό 2,1%, πολύ καλύτερα δηλαδή από την πρόβλεψη για ετήσιο στόχο 1,9%.
Δεδομένων των επιδόσεων του τρίτου τριμήνου, η επίτευξη του αναπτυξιακού στόχου για το 2025 (ρυθμός αύξησης 2,2% στο ΑΕΠ) προϋποθέτει ότι το τελευταίο τρίμηνο του χρόνου η ανάπτυξη θα είναι τουλάχιστον στο 3%, κάτι που μάλλον μοιάζει ανέφικτο. Και τούτο παρά τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης που είναι λεφτόδεντρο και τελειώνουν το καλοκαίρι του 2026.
Τα στοιχεία της ευρωστατιστικής καταρρίπτουν τον μύθο για πρωτιές στην ανάπτυξη, καθώς η χώρα στο γ’ τρίμηνο 2025 είναι αισίως 14η στην Ε.Ε. σε ετήσια μεταβολή στο ΑΕΠ. Παράλληλα είναι 17η στην Ε.Ε. σε εξαγωγές και παραγωγικότητα, αλλά πρώτη σε φόρους επί των προϊόντων!
Δυστυχώς για τη χώρα το οικονομικό της μοντέλο μοιάζει να είναι στα όρια της χρεοκοπίας, καθώς έχει ως ισχυρή βάση την κατανάλωση (τα δανεικά δηλαδή) που αντιστοιχεί σε πάνω από το 70% του ΑΕΠ, όταν στην Ευρωζώνη είναι 52,5%.
Αυτή η πραγματικότητα υπονομεύει την πορεία της οικονομίας, καθώς ευνοεί σε υπερθετικό βαθμό τη γραφειοκρατία (που γίνεται ψηφιακή, με δικαιολογία τη φοροδιαφυγή), δεν προσελκύει σοβαρές επενδύσεις υπεραξίας και εν τέλει καταλήγει να κρατάει παγωμένη την παραγωγικότητα.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΚΕΠΕ, η παραγωγικότητα της Ελλάδας είναι στο 57% της Ε.Ε. και στο 52% της Ευρωζώνης – ενώ η αντίστοιχη ωριαία κινείται ακόμα χαμηλότερα (46% και 40%).
Το ΚΕΠΕ υπολογίζει το κόστος της γραφειοκρατίας που επιβαρύνει ετησίως τις επιχειρήσεις -μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά τους- στα 8 δισ., αν και πιθανόν είναι αρκετά υψηλότερο, αφού επιδεινώνεται από τα my data, τη σύνδεση των POS με τις ταμειακές, την κάρτα εργασίας κ.λπ. που δεν υπάρχουν σε τέτοια έκταση σε άλλες χώρες.
Στον αντίποδα της πραγματικότητας περί την οικονομία που μαρτυρούν τα ποιοτικά στοιχεία, επιλέγεται η προπαγάνδιση μιας άλλης πραγματικότητας που είναι έμπλεη επιτυχιών, που δεν αντιστοιχούν όμως σε βελτίωση της ποιότητας της ζωής των Ελλήνων.
Από το χαοτικό κυκλοφοριακό στην Αθήνα (με εμφανή την έλλειψη μεταφορικών μέσων εκτός των άλλων) μέχρι την εικόνα υποκειμενικής φτώχειας (που είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη) που έχουν οι Έλληνες και αντανακλά στη μετρήσιμη αγοραστική δύναμη, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η ζωή τους δεν βελτιώνεται σε πραγματικούς όρους…
Η ογκούμενη δυσφορία φαίνεται ξεκάθαρα στις δημοσκοπήσεις, όπου η Ν.Δ. παραμένει πρώτο κόμμα, καθώς η αντιπολίτευση, ελλείψει ηγετικών φυσιογνωμιών, αδυνατεί να την κεφαλαιοποιήσει.
Πηγή: Ναυτεμπορική
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα









